Το Πέρασμα είναι μια διαδικασία βαθιά ανθρώπινη. Δεν πρέπει να υπήρξε πολιτισμός χωρίς διαβατήριες τελετές, χωρίς διαδικασίες που να χωρίζουν τη ζωή σε ένα πριν και ένα μετά.
Μετά τον φετινό βαρύ χειμώνα ένιωθα την ανάγκη ενός περάσματος, μιας διαδικασίας που αφήνοντας πίσω το lockdown και τους περιορισμούς, να δει το καλοκαίρι να ανοίγεται μπροστά. Ενός road trip. Η ευκαιρία δόθηκε στις 25 Μαΐου. Θα ακολουθούσα την παλιά εθνική οδό Άρτας- Τρικάλων, τον Ε30. Ξεκινώντας από την πεδιάδα της Άρτας, ο Ε30 κερδίζει ύψος κινούμενος νότια και ανατολικά από τα Τζουμέρκα, πλάι στην κοιλάδα του Αχελώου. Διασχίζοντας την Πίνδο, πέφτει μετά από μια διαδρομή 150 περίπου χιλιομέτρων στην πεδιάδα της Θεσσαλίας.

Τα βουνά είναι ένας άλλος κόσμος. Η αίσθηση της κίνησης στον χώρο, που χωρίς να το καταλαβαίνουμε ορίζει τη ζωή μας, είναι διαφορετική στην μεγαλούπολη, διαφορετική στην επαρχιακή πόλη, άλλος στην πεδιάδα, ξεχωριστός στα βουνά. Μιλώντας για την αίσθηση της οδήγησης, το βουνό έχει τη στροφή, το υψόμετρο, τη στενωπό, τη γέφυρα, την κίνηση πλάι στο ρέμα. Έχει ακόμα τη γλυκιά αίσθηση του επαρχιακού δρόμου: Την υποταγή της μετακίνησης στο ανάγλυφο και όχι του ανάγλυφου στην μετακίνηση, όπως συμβαίνει στον αυτοκινητόδρομο. Κυρίως, έχει τα πεδινά, ορεινά και ημιορεινά χωριά που διασχίζει ο δρόμος – άγνωστα και ξεχασμένα μόνο για εμάς που, παρά τις καλές προθέσεις, δυσκολευόμαστε ενίοτε να αποβάλουμε το φολκλόρ από το βλέμμα μας.

η αναβαση: Αρτα-βουργαρελι

Το μεσημέρι της 25ης Μαΐου η το road trip ξεκίνησε από την Άρτα. Περνώντας κάτω από την Ιόνια Οδό και έχοντας μπροστά τα βουνά, οι πινακίδες ονομάτιζαν το τέλος της διαδρομής: Τα Τρίκαλα. Τα πρώτα ανηφορικά χιλιόμετρα αποτελούν ακόμα προάστιο της πόλης: Αστικά λεωφορεία και στάσεις, μηχανουργεία, φάρμες και τα κλασσικής αισθητικής μαγαζιά της Εθνικής. Κερδίζοντας ύψος, φαινόταν η πεδιάδα της Άρτας, ο Αμβρακικός και στο βάθος το Ιόνιο. Με τον Ε30 να τραβάει ανατολικά – βορειοανατολικά, η θάλασσα σύντομα φαίνεται μόνο στους καθρέπτες, σύντομα εξαφανίζεται. Το τοπίο αρχίζει να θυμίζει Πίνδο: Στο πέτρωμα, στη φύση, στον δρόμο, στα νερά. Στα 20 χιλιόμετρα, μια διασταύρωση δίνει τη δυνατότητα να κινηθείς προς τη θεσσαλική πεδιάδα από μια επαρχιακή οδό ακόμα πιο δύσκολη, που κινείται παράλληλα – αν και σε μεγάλη απόσταση – από τον Ε30, βαθιά μέσα στην Πίνδο. Ίσως, η επόμενη διαδρομή.
Παραμένοντας σταθερά στην επαρχιακή οδό, ο δρόμος κινείται δίπλα σε μια από τις όχθες της τεχνητής λίμνης Πουρναρίου που δεσμεύει να νερά του Αράχθου λίγο πριν καταλήξουν στον Αμβρακικό. Για τα επόμενα χιλιόμετρα, στα αριστερά του δρόμου ένας παραπόταμος που τροφοδοτεί την ίδια λίμνη κινείται προς τα δυτικά. Βόρεια, αρχίζουν να διακρίνονται επιβλητικά τα ανατολικά Τζουμέρκα. Κερδίζοντας συνεχώς ύψος ο δρόμος μπαίνει στο Βουργαρέλι.
Το χωριό Βουργαρέλι ανήκει στο Νομό Άρτας, απέχει 58 χλμ. από την Άρτα και 90χλμ από τα Τρίκαλα. Είναι χτισμένο σε υψόμετρο 773m και ανώτερο υψόμετρο τα 872m, στις παρυφές των Τζουμέρκων (Αθαμανικά όρη). Μεταπολεμικά το Βουργαρέλι μετονομάσθηκε με προεδρικό διάταγμα σε «Δροσοπηγή», αλλά το όνομα δεν επεκράτησε και καθιερώθηκε ως «Βουργαρέλι». Πηγή: Wikipedia
η εκτοξευση: τζουμερκα, θεοδωριανα

Αφήνοντας πίσω το Βουργαρέλι ο Ε30 κινείται προς το Αθαμάνιο, πριν τραβήξει απότομα βόρεια, κινούμενος ανατολικά των Τζουμέρκων. Επέλεξα να τον αφήσω για λίγο για έναν πιο ορεινό προορισμό: Τα Θεοδώριανα. Ένας απότομος, στενός δρόμος που κέρδιζε γρήγορα ύψος με έβαλε για τα καλά στην καρδιά της Πίνδου. Κατευθυνόμουν στην κορυφή του Αθαμάνιου. Σε σημεία του ο δρόμος είχε πέσει, βαριά μηχανήματα δούλευαν σε μεγάλο υψόμετρο για την ανακατασκευή του. Όπου δεν υπήρχε γυμνός βράχος, πλέον κυριαρχούσε το έλατο. Οι κορυφές ήταν ακόμα χιονισμένες. Ο δρόμος κατέληγε σε ένα εντυπωσιακό οροπέδιο, κατηφορίζοντας στη συνέχεια προς τα Θεοδώριανα.
Τα Θεοδώριανα είναι χωριό του νομού Άρτας χτισμένο σε πλαγιά των ανατολικών Τζουμέρκων. Απέχει από την πόλη της Άρτας 80 χιλιόμετρα. Αποτελεί έδρα κοινότητας και ο πληθυσμός του σύμφωνα με την απογραφή του 2001 είναι 994 κάτοικοι. Σημαντικότερο αξιοθέατο της περιοχής είναι οι διπλοί καταρράκτες που σχηματίζονται στον ποταμό Άσπρη Γκούρα. Το 1793 χτίστηκε εκεί το ιστορικό Μοναστήρι της Παναγιάς, όπου επί τουρκοκρατίας λέγεται ότι λειτούργησε κρυφό σχολείο ενώ στη Κατοχή μέρος του είχε μετατραπεί σε πρόχειρο νοσοκομείο και ήταν καταφύγιο αντιστασιακών. Ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην σύγχρονη ιστορία των Θεοδωριάνων είναι και ο αγώνας των κατοίκων από το 1997 ενάντια στην κατασκευή υδροηλεκτρικών φραγμάτων στα δύο κυριότερα ποτάμια του χωριού από την Μηχανική ΑΕ και Τέρνα Ενεργειακή ΑΕ. Τελικά μόνο ένα από αυτά κατασκευάστηκε, ενώ για τα υπόλοιπα μετά και από απόφαση του ΣτΕ αποτράπηκε η κατασκευή τους. Πηγή: Wikipedia
Ένα μικρό μπλέξιμο με οδήγησε να οδηγώ μέσα στα στενά δρομάκια του χωριού. Ο δρόμος που άφηνε πίσω τα Θεοδώριανα για να συναντήσει ξανά τον Ε30 αρκετά βορειότερα, πλάι στον Αχελώο, δεν ήταν άλλωστε πολύ πλατύτερος. Το Πέρασμα εξελισσόταν σε ένα μοναχικό raod trip πλάι σε ένα πανέμορφο ελατοδάσος, ανάμεσα σε ρυάκια, ποτάμια και παλιά γεφύρια.
μεσοχωρα: Εκεί που γεννιέται (και πεθαίνει) ο Αχελώος

Συναντώντας ξανά την επαρχιακή οδό Άρτας-Τρικάλων, ο δρόμος πλέον κινούταν συνεχώς παράλληλα με τον Αχελώο. Κατευθυνόταν μάλιστα στον τόπο που γεννιέται – και που κινδυνεύει να πεθάνει: Τη Μεσοχώρα Τρικάλων. Η απρόσμενη εμφάνιση σηράγγων στον επαρχιακό δρόμο, κατασκευασμένων από (ή/και για) τη ΔΕΗ, έδινε την αίσθηση ότι πλησίαζα προς την «πέτρα του σκανδάλου», για πολλούς, στην καρδιά της Πίνδου: Τo φράγμα της Μεσοχώρας για την εκτροπή του Αχελώου προς τη θεσσαλική πεδιάδα.
Η εκτροπή του Αχελώου, ως ιδέα, μετρά σχεδόν 100 χρόνια από την αρχική της σύλληψη. Ήταν το 1925 όταν και πρωτοδιατυπώθηκε για να αρχίσει να μελετάται σε πιο ουσιαστικό επίπεδο στα τέλη της δεκαετίας του 1950, όταν πρωθυπουργός ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Βασική αιτία του όλου εγχειρήματος ήταν το πρόβλημα που είχε προκύψει με την άρδευση του Θεσσαλικού Κάμπου, ιδίως για τις υδρόφιλες και επομένως υδροβόρες καλλιέργειες του βαμβακιού. Ωστόσο, σχεδόν μαζί με τις μελέτες ήρθαν και οι πρώτες αντιδράσεις τόσο από οικολογικές οργανώσεις όσο και (κυρίως τα πρώτα χρόνια) από κατοίκους των περιοχών στις οποίες η εκτροπή θα σήμαινε καταστροφή χωριών και περιουσιών.
Κι όμως, όταν ο Γεώργιος Παπανδρέου, το 1964, σε ομιλία του στην κεντρική πλατεία της Λάρισας, προχωρούσε στην εξαγγελία του έργου για πρώτη φορά, κανείς δεν μπορούσε να γνωρίζει το τι θα επακολουθούσε και ότι θα φτάναμε, 53 χρόνια μετά, το έργο να μην έχει προχωρήσει, παρά το γεγονός ότι έχει ήδη κοστίσει στη ΔΕΗ αρκετές εκατοντάδες εκατομμύρια για ενδιάμεσα έργα που στέκουν άχρηστα και χωρίς μέλλον, έχοντας ήδη προκαλέσει σημαντικές αλλοιώσεις στο φυσικό περιβάλλον μεγάλων σε έκταση περιοχών.
Χρειάστηκε, βέβαια, να μεσολαβήσουν πολλές ακόμη εξαγγελίες, προσπάθειες υλοποίησης που έπεφταν στο κενό, με κύρια αιτία τις συνολικά έξι προσφυγές στο ΣτΕ που έχουν γίνει μέχρι σήμερα και όλες δικαιώθηκαν. Ακόμη και οι κυβερνήσεις Ράλλη και Ανδρέα Παπανδρέου προχώρησαν σε ανάλογες εξαγγελίες, χωρίς ουσιώδες αποτέλεσμα. Η πρώτη ενέκρινε ποσό 200 εκατομμυρίων δραχμών για τη μελέτη, προκηρύσσοντας διεθνή διαγωνισμό, ενώ η δεύτερη κατάφερε, το 1985, να ξεκινήσει τα έργα για την εκτροπή στο στενότερο σημείο της κοίτης, στον άνω ρου του Αχελώου, στην περιοχή της Πίνδου. Ωστόσο, τότε ξεκίνησαν και οι εντονότερες αντιδράσεις, με τους κατοίκους του χωριού Μεσοχώρα να καταλαμβάνουν το εργοτάξιο του φράγµατος της ∆ΕΗ, στις 30 Μαΐου του 1990, μετά από σύγκρουση με τις αστυνομικές δυνάμεις. Το Φράγμα της Μεσοχώρας σήμερα, 27 χρόνια μετά τα επεισόδια, είναι ανενεργό και θα μείνει, πιθανότατα έτσι, μνημείο των κακών πολιτικών που είχαν ως αυτοσκοπό τα έργα, με ανεπαρκείς μελέτες και με απώτερο σκοπό την εξυπηρέτηση ιδιοτελών ή τοπικών μικροπολιτικών συμφερόντων.
Η κατασκευή των επιµέρους έργων για την εκτροπή ξεκίνησε το 1986, µε προϋπολογισµό κοντά στα 1,5 δισ. ευρώ και περιελάµβανε, µεταξύ άλλων, την κατασκευή τεσσάρων φραγµάτων και µιας μεγάλης σήραγγας. Το ύψους 150 μέτρων φράγμα της Μεσοχώρας και το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο της Γλύστρας ήταν σχεδιασμένο να αποτελέσουν τα πρώτα και πλέον σημαντικά επιμέρους έργα. Στην αρχική μελέτη, το φράγµα θα δηµιουργούσε έναν ταµιευτήρα 7,8 τετραγωνικών χιλιομέτρων, που θα διοχέτευε το νερό πρώτα προς το εργοστάσιο της Γλύστρας για την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας και, στη συνέχεια, προς το επόµενο φράγµα της Συκιάς, όπου θα σχηματιζόταν ο δεύτερος, μεγαλύτερος, ταμιευτήρας. Από εκεί, ένα μέρος των νερών θα ακολουθούσε τον δρόμο προς την άλλη πλευρά της Πίνδου, στον Θεσσαλικό Κάμπο, μέσω μιας μεγάλης σήραγγας μήκους 17,4 χιλιοµέτρων. Σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο, η λεκάνη του Αχελώου θα µετέφερε στον Πηνειό περίπου 1,2 δις κυβικά µέτρα νερού τον χρόνο.
Ωστόσο, οι ενστάσεις ήταν από την αρχή πολλές και οι μελέτες όχι ικανές να πείσουν τα μέλη του ΣτΕ, κάθε φορά που η υπόθεση έφτανε στην τελική της φάση. Τα επιχειρήματα για την καταστροφή του περιβάλλοντος και τις σημαντικές επιπτώσεις και σε βάρος του ανθρώπινου παράγοντα ήταν ισχυρότερα. Άλλωστε, τα προεόρτια είχαν αρχίσει πολύ νωρίτερα. Υπήρχε από πολύ νωρίς η αίσθηση ότι η εκτροπή του Αχελώου ήταν ως έργο πολύ ξεπερασμένο, καθώς υπήρχε πάντα η εντύπωση ότι θα έλυνε μόνο προσωρινά το πρόβλημα του Θεσσαλικού Κάμπου, όσο οι πολιτικές για τη βιομηχανοποιημένη γεωργία στην περιοχή της Θεσσαλίας δημιουργούσαν αφόρητες πιέσεις και συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση για νερό.
Ταυτόχρονα, τρεις σημαντικές επεμβάσεις που είχαν γίνει στο ποτάμι ανάμεσα στο 1950 και στο 1990 δεν είχαν αποδείξει ότι άξιζαν το κόστος και την περιβαλλοντική αλλοίωση που είχαν προκαλέσει σε συγκεκριμένες περιοχές. Οι επεμβάσεις αυτές αφορούσαν τη δημιουργία υδροηλεκτρικών φραγμάτων, των Κρεμαστών, του Καστρακίου, του Στράτου και το φράγμα του Ταυρωπού. Έγιναν, άλλωστε, σε εποχές που οι πληθυσμιακές μεταβολές στην Περιφέρεια, με την αστυφιλία, άλλαξαν πλήρως τα δεδομένα βάσει των οποίων τα έργα αυτά είχαν αρχικά σχεδιαστεί.
Ακόμη, το φράγμα των Κρεμαστών που θεωρείται ως το μεγαλύτερο γαιόφραγμα της Ευρώπης, με ύψος στάθμης νερού 153 μ. και πλάτος 500 μ. Σχηματίζοντας την τεχνητή λίμνη χωρητικότητας 4.700 εκατ. κυβ. Μέτρων, οδήγησε δεκάδες χωριά, γεφύρια, μνημεία της περιοχής στον αφανισμό τους. Τεράστιες περιοχές άλλαξαν πλήρως χαρακτήρα και μετατράπηκαν από αγροτικές σε τουριστικές. Σύμφωνα με οικολογικές οργανώσεις και κατά καιρούς περιβαλλοντικές μελέτες, σε αρκετές περιοχές υπήρξε σημαντική αλλαγή στο κλίμα, ενώ σημαντικές υπήρξαν οι επιπτώσεις και στο ζωικό βασίλειο. Από το 160ο χιλιόμετρο ο Αχελώος είχε ήδη αλλάξει χαρακτήρα και από φυσικό ποτάμι είχε μετατραπεί σε υπόγειο και εγκιβωτισμένο ρέμα. Οι εκπρόσωποι των οικολογικών οργανώσεων φοβούνται ότι μια τόσο μεγαλύτερη αλλαγή, όπως αυτή που σχεδιάστηκε με την εκτροπή του ποταμού, θα μπορούσε να αφανίσει τη ζωή στο εκπληκτικής ομορφιάς και μεγάλης οικολογικής αξίας δέλτα του ποταμού, προς το Ιόνιο, που αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους υγροβιότοπους της Μεσογείου. Πηγή: News247.gr
η καταβαση

Αφήνοντας πίσω τη Μεσοχώρα αποχαιρέτησα τον Αχελώο. Τα επόμενα χιλιόμετρα κινούνταν πλέον προς το νότιο πέρασμα του επιβλητικού ορεινού όγκου του Κόζιακα. Σε μια στροφή του δρόμου, στο βάθος φάνηκε η θεσσαλική πεδιάδα. Ο δρόμος άρχιζε πλέον να κατηφορίζει.
Χάνοντας γρήγορα ύψος κινούμενος φιδίσια στην ανατολική Πίνδο, ο Ε30 πλησίαζε στην Πύλη Τρικάλων. Τα έλατα είχαν πια δώσει τη θέση τους σε πλατάνια και άλλα πλατύφυλλα δέντρα, καθώς ο δρόμος κινούταν παράλληλα με τον πορταϊκό ποταμό, παραπόταμο του Πηνειού. Όταν πια άφησα αριστερά το πέτρινο τοξωτό γεφύρι της Πύλης, ήμουν πλέον στον θεσσαλικό κάμπο.
Το road trip είχε τελειώσει. Το πέρασμα είχε συντελεστεί.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK
ΒΡΕΙΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ INSTAGRAM
Γιώργος Μουρμούρης
giorgismour@yahoo.gr
Twitter: GeorgeMourmour2