Η μεταφορά του μυθιστορήματος “Αιολική Γη” του Ηλία Βενέζη χάνεται κάπου στην μετάφραση και κυρίως στην άτολμη σκηνοθεσία.
Στη γη της Αιολίδας, κάτω από τα Κιμιντένια, ο Πέτρος ( Μιχάλης Συριόπουλος) και οι αδερφές του, με ορμητήριο το υποστατικό του παππού (Θοδωρής Κατσαφάδος), υπό τη λάμψη της νεότητας, εξερευνούν την τραχιά φύση της γης και των ανθρώπων της. Οι κυνηγοί, οι ληστές, οι κοντραμπατζήδες, τα ηρωικά τους κατορθώματα συνυφαίνουν το παράξενο παραμύθι της Ανατολής. Οι ήρωες συνυπάρχουν με τη γη, τους θρύλους της, την ιστορία της, εκπροσωπώντας την πείρα μίας εποχής, μίας φυλής.

Αυτό που συνθέτει το αριστουργηματικό βιβλίο είναι η ατμόσφαιρα, αρχικά τόσο ανάλαφρη, νοσταλγική, η εφηβεία, τα χρόνια της αθωότητας, η αφύπνιση της σεξουαλικότητας, η φύση κάτω από τα Κιμιντένια, στο τέλος τόσο απαλά και ήσυχα σπαρακτική, η αβεβαιότητα, ο ξεριζωμός. Ο Βενέζης είναι τόσο προσωπικός. Είναι βαθιά συγκινητικό το πώς καταφέρνει να ενσταλάζει ακόμη και σήμερα στην ψυχή των αναγνωστών τη δική του νοσταλγία, να τους οδηγεί να οικειοποιηθούν τον δικό του μουδιασμένο αποχωρισμό, αφυπνίζοντας τις αναμνήσεις μίας άλλης ζωής. Η τελευταία σκηνή του βιβλίου με κατέκτησε. Η γιαγιά και ο παππούς στέκονται στην πρύμνη του πλοίου, κοιτούν τον σκοτεινό όγκο του βουνού, που ήταν η πατρίδα τους, που δεν θα ξανανταμώσουν. Λίγο χώμα, από τη γενέθλια γη, χωμένο σε ένα μαντήλι, για να φυτέψουν έναν βασιλικό στη νέα γη, για να θυμούνται.
Κατανοώ τη συγκεκριμένη παράσταση ως μνημονική κρούση, δεδομένης της επετείου των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Kαταστροφή, ήμουν ωστόσο ανέκαθεν σκεπτική ως προς τη μεταφορά του μυθιστορήματος Αιολική Γη στο θέατρο. Προς έκπληξή μου, η φύση, σημαντικό στοιχείο της πλοκής, αποδόθηκε, στο πλαίσιο του δυνατού, με επιτυχία. Η χρήση βίντεο, για την απεικόνιση του δάσους, της σπηλιάς, είναι μία ομολογουμένως έξυπνη ιδέα, ενώ σε συνδυασμό με την μουσική επιμέλειας Λευτέρη Βενιάδη με την ηχοκινητική συμμετοχή των ηθοποιών, το υποβλητικό αποτέλεσμα είναι δεδομένο. Ερμηνευτικά, από τον 20μελή θίασο, ξεχώρισαν ο Θοδωρής Κατσαφάδος, στον ρόλο του παππού, η Αλίκη Αλεξανδράκη στον ρόλο της γιαγιάς, ο Δημοσθένης Παπαδόπουλος στον ρόλο του γερό-Γιωσήφ και η Γαλήνη Χατζηπασχάλη στον ρόλο της Άρτεμης, της ατίθασης και άγριας προέφηβης με τα μελαγχολικά και ανήσυχα μάτια, προάγγελους του πρόωρου θανάτου της, που προσπαθεί ασυνείδητα, απεγνωσμένα να χωρέσει μία ζωή στα χρόνια που της απομένουν. Η συνολική προσπάθεια είναι αξιέπαινη. Το αποτέλεσμα την αδικεί, από σκηνοθετικής άποψης.
Στην Αιολική Γη, οι σκηνές εμφανίζονται ασύνδετες μεταξύ τους. Για παράδειγμα η μάχη του Αντώνη Παγίδα (Μάξιμος Μουμούρης) με τον Γαρμπή (Θανάσης Ραφτόπουλος), μοιάζει παντελώς περιττή και ξένη, αφού δεν έχει προηγηθεί η κλιμάκωση επί σκηνής που να την καθιστά φυσικά αναπόφευκτη στη σκέψη του θεατή, ούτε φυσικά αποδίδεται στις λεπτές πτυχώσεις της, αφού η σκιαγράφηση του χαρακτήρα του Παγίδα είναι σχηματική.

Η δε τελευταία σκηνή, η οποία εκτυλίσσεται δια τριτοπρόσωπης αφήγησης, πιστής στο κείμενο, αποτυγχάνει παταγωδώς να συγκινήσει. Στο βιβλίο φυσικά αιτιολογείται. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος, να περιγραφεί το σκηνικό, το καράβι, τα Κιμιντένια βυθισμένα στη σκιά της νύχτας, οι δακρυσμένες μορφές του παππού και της γιαγιάς, και η αφηγηματική-περιγραφική γλώσσα του Βενέζη είναι ιδιαίτερα εικονοπλαστική και κρίνεται αναγκαία. Στο θέατρο όμως, η αφήγηση της συγκεκριμένης σκηνής περιττεύει. Ο Βενέζης έχει αναλάβει τη σκηνοθεσία της με ιδιαίτερη μαεστρία. Το να συγκεντρώνεις όλο το θίασο επί σκηνής και να τους κατευθύνεις να αφηγούνται σε τρίτο πρόσωπο, κατά το κείμενο, είναι μία εύκολη λύση που παραπέμπει σε λέσχη ανάγνωσης. Η σκηνοθετική ευκολία, στην προκειμένη περίπτωση, κοστίζει. Κοστίζει σε αμεσότητα, σε συγκινησιακή φόρτιση, σε επικοινωνία με το κοινό. Κοστίζει και μάλιστα πολύ ακριβά.
Η χρήση μασκών επί σκηνής από ορισμένα μέλη του θιάσου, προφανώς για λόγους προστασίας από τον covid, στερούσε από τις ερμηνείες την εκφραστικότητά τους.
Ο Βενέζης, που είναι κατά τον Σικελιανό ο θεματοφύλακας του προαιώνιου πολιτισμού της Ιωνίας, χάθηκε στην μετάφραση. Ίσως το κείμενο να μην ήταν πρόσφορο για θεατρική μεταφορά, ίσως η σκηνοθετική προσέγγιση να ήταν άτολμη. Ό,τι και αν έφταιξε, η παράσταση συνολικά ήταν, όχι κακή, μάλλον χειρότερα, επίπεδη και αδιάφορη.
Αιολική Γη του Ηλία Βενέζη στο Εθνικό Θέατρο- Σκηνή Μαρίκα Κοτοπούλη
Διασκευή: Σάββας Κυριακίδης
Συνεργάτης στη διασκευή: Δημήτρης Χαλιώτης
Σκηνοθεσία: Τάκης Τζαμαργιάς
Σκηνικά-κοστούμια- Video: Παντελής Μάκκας
Μουσική σύνθεση: Λευτέρης Βενιάδης
Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος
Κίνηση: Αμάλια Μπένετ
Συνεργάτης Σκηνογράφος: Σωτήρης Μελανός
Μουσική διδασκαλία: Μελίνα Παιονίδου
Βοηθός σκηνοθέτη: Αιμιλία Καραντζούλη
Bοηθός ενδυματολόγου: Έλλη Εμπεδοκλή
Βοηθός σκηνογράφου: Άννα Μπίζα
Video Sand Artist: Ιρίνα Μπόικο
Β΄Βοηθός σκηνοθέτη: Φραγκίσκος Παπαδάκης
Δραματολόγος παράστασης: Εύα Σαραγά
Διανομή (αλφαβητικά)
Γιαγιά: Αλίκη Αλεξανδράκη
Kυνηγός: Κωνσταντίνος Γαβαλάς
Nτόρις; Χαρά-Μάτα Γιαννάτου
Λένα, Πρόσφυγας: Μαρία Δελετζέ
Λαζός, Άντρας στα Κιμιντένια : Κωστής Καλλιβρετάκης
Παππούς: Θοδωρής Κατσαφάδος
Αλής Β΄, Τούρκος Β΄, Άντρας στα Κιμιντένια: Παναγιώτης Κατσώλης
Αλής, Πρόσφυγας: Νίκος Καρδώνης
Μητέρα, Μάνα Παγίδα: Γιασεμί Κηλαηδόνη
Ανθίππη, Μαρία, Πρόσφυγας: Κλεοπάτρα Μάρκου
Γυναίκα Αλή, Θίσβη, Πρόσφυγας: Έλενα Μαρσίδου
Bηλαράς: Δημήτρης Μαύρος
Αντώνης Παγίδας: Μάξιμος Μουμούρης
Άνθρωπος της Φελούκας, Άντρας στα Κιμιντένια : Δημήτρης Ντάσκας
Γιωσήφ: Δημοσθένης Παπαδόπουλος
Στέφανος, Πρόσφυγας: Δημήτρης Παπανικολάου
Γαρμπής, Άντρας στα Κιμιντένια: Θανάσης Ραφτόπουλος
Τούρκος Α΄, Άντρας στα Κιμιντένια: Τάσος Ροδοβίτης
Τούρκος Β΄, Άντρας στα Κιμιντένια: Χρήστος Παπαδόπουλος,
Πέτρος: Μιχάλης Συριόπουλος, Χρήστος Παπαδόπουλος
Αγάπη, Αλεξάνδρα Γούτα, Πρόσφυγας: Βικτώρια Φώτα
Άρτεμη: Γαλήνη Χατζηπασχάλη
Φωτογράφος παράστασης: Ανδρέας Σιμόπουλος