Συνέντευξη με τον Θάνο Λυμπερόπουλο [Μπιούτι]

Το Μπιούτι είναι μια ταινία για την ματαιοδοξία του ίντερνετ και τον κίνδυνο γύρω από τα κυρίαρχα πρότυπα.

Έξω από το ροζ δωμάτιό της, η Καλλιόπη είναι μια νεαρή, άνεργη κοπέλα που προσπαθεί να τα βγάλει πέρα – γενικώς και ειδικώς. Με την καταπιεστική μητέρα της και την συμπλεγματική σχέση τους, με την αποπνικτική κατάσταση της Ελλάδας του σήμερα, με όλα εκείνα όσα “θα έπρεπε” να έχει καταφέρει στην ηλικία της. Όταν όμως η πόρτα του δωματίου κλείνει και τα φώτα ανοίγουν, τότε όλα σταματούν. Τότε είναι η Κάλλη!

“Hello Beauties! Καλώς ήλθατε σε ακόμη ένα επεισόδιο του Callie’s Beauty Corner! ” Κάπου ενδιάμεσα σε γυρίσματα, πιέσαμε τον Θάνο Λυμπερόπουλο να μας πει λίγα λόγια για την ταινία προτού προβληθεί στο Positively Different Short Film Festival (PDSFF 22).

Ο κόσμος των social media και του influencing είναι αυστηρός αλλά και ματαιόδοξος. Πώς διαχειρίζεσαι αυτό το γεγονός μέσα στην ταινία; 

Ο κόσμος των social media είναι μια από τις κύριες θεματικές της ταινίας. Πέρα από την αυστηρότητα και τη ματαιοδοξία, βλέπουμε αυτό τον κόσμο σαν μια διέξοδο στα προσωπικά, οικογενειακά και οικονομικά προβλήματα της Κάλης. Έτσι η ανάγκη ύπαρξης και επιτυχίας σε αυτόν τον κόσμο, σιγά σιγά γίνεται πιο σημαντική από όσα συμβαίνουν στον…πραγματικό, με αποτέλεσμα να τη δούμε να ξεπερνάει τα όρια της και να βάζει σε κίνδυνο αυτόν τον  εαυτό της για να σώσει τον…εικονικό.

Κατά πόσο μπορεί ένα άτομο ταξικής καταγωγής να ανταποκριθεί στα standards που επιβάλλει το youtube για τα δημόσια πρόσωπα; Αυτή η πίεση για αναγνώριση και προβολή πώς επηρεάζει την πρωταγωνίστρια;

Ένα μεγάλο μέρος του κόσμου του youtube, βασίζεται στην προβολή του πλούτου, της δήθεν επιτυχίας και της αναγνώρισης. Αυτό γίνεται πρότυπο για πολλά παιδιά που παρακολουθούν τους αγαπημένους τους youtubers, δίχως να σκέφτονται πως αυτή είναι απλά μια ψεύτικη εικόνα ή στην καλύτερη μια θλιβερή προσπάθεια να γεμίσουν κενές προσωπικότητες.

Τα πράγματα γίνονται εκρηκτικά όταν κάποιος σαν την Κάλη από τη μία βρίσκει διέξοδο σε αυτό τον κόσμο και από την άλλη ταξικά δεν έχει τη δυνατότητα να ικανοποιήσει αυτή την εικόνα. 

Η πυρηνική οικογένεια πως συμβάλλει σε όλο αυτό το σκηνικό, δεδομένων και των στενότερων οικογενειακών δεσμών σε σχέση πχ με την κεντρική και βόρεια Ευρώπη;

Η αποτύπωση της αγίας ελληνικής οικογένειας και των παθογενειών της, είναι πάντα μια πηγή έμπνευσης και μια μορφή προσωπικής ψυχανάλυσης. Νομίζω ότι οι στενές σχέσεις της (σκληρο)πυρηνικής ελληνικής οικογένειας, μας μαθαίνουν να κάνουμε την αγκαλιά, θηλιά. Το ενδιαφέρον, βάρος και την επικοινωνία, αναγκαίο κακό.

Έτσι δε θα μπορούσε να λείπει ο χαρακτήρας της μάνας στην ταινία (τον οποίο ερμηνεύει φανταστικά η Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου-την είδαμε πριν κάποια χρόνια στο Her Job του Nikos Labot)  γιατί ουσιαστικά αυτή η σχιζοφρενική σχέση είναι η αφετηρία της προσωπικότητας της πρωταγωνίστριας μας. 

Η ανδρική κυριαρχία και η επιβολή της είναι κάτι που θίγεται έντονα στην ταινία. Ήταν επιλογή σου να αναδείξεις αυτό το ζήτημα ειδικά όταν τα τελευταία χρόνια γίνεται όλο και πιο επίκαιρο (βιασμοί, γυναικοκτονίες, ενδοοικογενειακή βία);

Η ταινία γράφτηκε πριν το #Metoo και πριν όλη αυτή η βία, ο σεξισμός και ο μισογυνισμός φτάσουν στην επιφάνεια του mainstream. Αλλά κακά τα ψέματα. Όλα αυτά προϋπήρχαν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν και όταν φύγουν από την επικαιρότητα. Τα ξέρουμε όλοι, από τις οικογένειες μας και τους παππούδες μας, τους γείτονες μας και γιατί όχι και από ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής “pop” κουλτούρας, όπως οι ταινίες της Φίνος Φιλμς και γνωστά άσματα του λαϊκού τραγουδιού.

Πιο βαθιά με επηρέασε η έννοια της κατάχρησης εξουσίας, ξέρετε αυτές τις λίγο πιο παλιές ιστορίες με μπάτσους να εξευτελίζουν κόσμο στη μέση του δρόμου, να πειράζουν κορίτσια και να τραβολογάνε κόσμο επειδή απλά δεν τους άρεσε η φάτσα του. Ναι, αυτή ήταν η επικαιρότητα 3-4 κύκλους ειδήσεων πίσω.  

Πώς επηρεάστηκε η όλη παραγωγή με την συνθήκη της πανδημίας; Ποια τα επόμενα βήματα τώρα που σιγά σιγά γίνεται πιο ελαστικό το πλαίσιο με τις απαγορεύσεις και τα μέτρα; 

Μπορώ να πω ότι δε μας επηρέασε πολύ. Ίσα ίσα εκεί στην πρώτη καραντίνα δώσαμε μια αναβολή στα γυρίσματα, και βρήκαμε ευκαιρία να κάνουμε περισσότερες πρόβες. Ενώ το καλοκαίρι μετά από τόση κλεισούρα και αδράνεια μπήκαμε…ενθουσιασμένοι (δεν ήθελα να πω αυτή τη λέξη, ξεκινάει από “κ” η δικιά μου) και με φοβερή όρεξη να κάνουμε επιτέλους αυτή την ταινία. Περάσαμε υπέροχα και αυτό…βγαίνει, δε βγαίνει στον κόσμο, νταξ εμείς έχουμε να το λέμε πάντως.