Dodo – κουίρ, μελό και ανθρώπινο 

To Dodo, η πέμπτη μεγάλου μήκους ταινία του Πάνου Κούτρα είναι μια κωμικοτραγική ιστορία για την ξεπεσμένη αστική τάξη της Ελλάδας. 

Το Dodo είναι ένα εξαφανισμένο ενδημικό πτηνό ενός νησιού κοντά στην Μαγαδασκάρη που “προσγειώνεται” σε ένα κτήμα στην Αθήνα. Η απρόσμενη άφιξή του λειτουργεί καταλυτικά για τις σχέσεις μια έκπτωτης πλούσιας οικογένειας και των λοιπών υπαλλήλων της. Αυτή η ίσως λιγότερο underground και περισσότερο προσιτή στο ευρύ κοινό ταινία κάνει πολλά έμμεσα σχόλια για την ελληνική μεγαλοαστική τάξη, παρά τις όποιες επιμέρους αστοχίες της. 

Το σινεμά του Πάνου Κούτρα έστρεφε πάντα το βλέμμα στους ανθρώπους του περιθωρίου που βαδίζουν στα πιο σκοτεινά σοκάκια της αθηναϊκής μητρόπολης. Στο “Στρέλλα”, στο “Xenia”,στην “Επίθεση του Γιγαντιαίου Μουσακά” αλλά και στην “Αληθινή Ζωή”, γκέι, τρανς και μετανάστ(ρι)ες/πρόσφυγ(ισσ)ες έρχονται σε αντίθεση με την ετεροκανονική, ομοφοβική, τρανσφοβική και ξενοφοβική πραγματικότητα της λούμπεν ελληνικής κοινωνίας. Το ίδιο μοτίβο συναντάμε και στο “Dodo”, μια ταινία που ολοκληρώθηκε μέσα στο λοκντάουν και σχολιάζει μεταξύ άλλων τα “απόνερα” της προσφυγικής κρίσης. Εν προκειμένω, ο επικείμενος γάμος της κόρης μεγαλοαστών σε ένα κτήμα θα λειτουργήσει ως το συμβάν γύρω από το οποίο παρουσιάζονται οι χαρακτήρες. Καθώς λοιπόν αυτοί συστήνονται στον θεατή, το dodo καταφεύγει σε μια αποθήκη προκειμένου να αποκαλυφθεί η ύπαρξή του την στιγμή που ο γάμος βρίσκεται στα πρόθυρα της ακύρωσης και οι σχέσεις περνάνε κρίση. Ο ρυθμός της αφήγησης καταλήγει ιδιαίτερα στο πρώτο μισό της ταινίας να κάνει “κοιλιά”, ίσως γιατί οι παράλληλες ιστορίες των πρωταγωνιστών μοιάζουν να μην “κουμπώνουν” ακριβώς. 

Ακριβώς επειδή η ίδια η ζωή του σκηνοθέτη που συνυπογράφει και το σενάριο είναι μετέωρη μεταξύ της Αθήνας και του Παρισιού, υπάρχουν αρκετές στιγμές που το χιούμορ και οι αναφορές των ηρώων απευθύνονται ενδεχομένως και σε ένα γαλλικό ακροατήριο. Για τους ίδιους λόγους, ενδεχομένως το Dodo να αποτελεί και την πιο “στρωτή”, φεστιβαλική ταινία του Κούτρα παρά την πολύπλευρη κριτική σε φύλο, φυλή και τάξη. Με τον τρόπο της, η ταινία προσπαθεί να φέρει κοντά της τον θεατή παρά να τον απομακρύνει και να τον αποξενώσει. Έτσι και η κορύφωση της έντασης που έρχεται ετεροχρονισμένα προσπαθεί να επανανοηματοδοτήσει την έννοια της οικογένειας, με τον διερυμένο και μη ετεροκανονικό τρόπο που συνηθίζει να αντιμετωπίζει ο Πάνος Κούτρας το συγκεκριμένο ζήτημα. 

Στο σύνολό της, η ταινία προσεγγίζει με διάχυτο σουρεαλισμό αλλά και μελοδραματικό τόνο την προσωπική ιστορία πολλών διαφορετικών χαρακτήρων, που αν και χάνεται στον ορυμαγδό πληροφοριών και στον φρενήρη ρυθμό της, εντούτοις παραμένει ένα απολαυστικό αποτέλεσμα: δακρύβρεχτο αλλά και ελαφρώς “τρελό”.  

Αυτή είναι η μαγεία του σινεμά που υπηρετεί με τόση λατρεία ο Πάνος Κούτρας, αν και είναι ιδιαίτερα σημαντική και η συμβολή των ηθοποιών, ιδιαιτέρως των τριών μελών της οικογένειας Νατάσα Εξηνταβελώνη- Άκης Σακελλαρίου- Σμαράγδα Καρύδη.