Οι Ναυαγοί- Μια συνάντηση για τον έρωτα και τη δημιουργία

Η θεατρική παράσταση «Οι Ναυαγοί» της Ηρώς Μπέζου παίζεται φέτος στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν. Μια πολύ ταιριαστή σκηνή στο έργο, που τόσο δομικά με τους φωτισμούς του χώρου όσο και σε επίπεδο επαφής με την σκηνή δημιουργεί μια πολύ ζεστή συνθήκη , που η σκηνοθεσία εκμεταλλεύεται για να σε κάνει να συν-αισθανθείς εντονότερα και να προσπαθήσεις να εμπλακείς ακόμα και χωρικά με το έργο. 

Διαβάζοντας περιλήψεις της υπόθεσης του έργου και σχόλια για το θέμα και το κέντρο του, πριν δω η ίδια την παράσταση, είχα προετοιμαστεί για κάτι άλλο – θεματικά  τουλάχιστον- και εξεπλάγην θετικά αφού είδα την ίδια την παράσταση. Ως υπόθεση του έργου σχολιαζόταν αρκετά η μοναξιά και η απομόνωση, που στην σημερινή συνθήκη μιας πανδημίας, μιας συνεχούς ανασφάλειας , παγώματος της καθημερινής και κοινωνικής μας ζωής ανά πάσα στιγμή, αναδυόταν και σαν νέο και σύγχρονο θέμα-ζήτημα. Πράγματι, το κομμάτι της μοναξιάς και της απομόνωσης ενυπήρχε ωραία και μαζί με άλλα στο έργο, συνθέτοντας ωστόσο κυρίως, απλώς και εύστοχα, ένα φόντο, ένα πλαίσιο. Οι θεματικές, που άγγιζε το έργο σεναριογραφικά υπήρξαν στην πραγματικότητα πολύ περισσότερες, πολύ πιο πολύπλοκες, δυναμικές και ενδιαφέρουσες.

Το έργο εκτυλίσσεται σε ένα δωμάτιο, ένα σαλόνι ενός σπιτιού σε μια περιοχή κάπως απομακρυσμένη από την φασαρία και την ζωή της πόλης. Χωρίς παραπάνω χρονικά ή χωρικά στοιχεία. Δίνεται η εντύπωση της σύγχρονης, της σημερινής εποχής, ωστόσο ημερομηνίες δεν δίνονται και ο γεωγραφικός χώρος, ακόμα και μέσω της επιλογής των ονομάτων των χαρακτήρων είναι ανοιχτός προς ερμηνεία και επιλογή πιθανόν και προς πιο προσωπικές ταυτίσεις. Σε μια απομονωμένη περιοχή, λοιπόν, ζει ένας πατέρας με την κόρη του. Με την πρώτη σκηνή μπαίνουμε ήδη στην πλοκή. Ο πατέρας είναι γνωστός συγγραφέας, που έχει αποσυρθεί και απομακρυνθεί από τα φώτα της δημοσιότητας. Με μια εξαίρεση αποφασίζει να δώσει μια συνέντευξη σε έναν νέο δημοσιογράφο, τον οποίο και για τον λόγο αυτό δέχεται στο σπίτι του. Η αφορμή είναι αυτή. Η συνέχεια εξελίσσεται όμως πολύ πιο πολύπλοκα και έντονα.

Στον «φακό» πρώτα μπαίνει η «σχέση» του συνεντευξιαζόμενου συγγραφέα, με τον δημοσιογράφο. Μέσα από την ορισμένα αόριστη κουβέντα τους, τις αναμνήσεις, τις αφηγήσεις, τις εντάσεις μεταξύ τους, λαμβάνουμε σημαντικά και ενδιαφέροντα στοιχεία τόσο για τους δύο ήρωες , όσο και για την πλοκή του έργου. Στην πλοκή σε δεύτερο χρόνο, δυναμικά «εισβάλλει» η κόρη του συγγραφέα. Ένα δυναμικό κορίτσι , σε μια διαρκή και ταυτόχρονα σταθερή και συνεπή αιώρηση, ταλάντευση και αναζήτηση μεταξύ διαφορετικών στοιχείων του χαρακτήρα , των συναισθημάτων και της ζωής της. Παρακολουθούμε έπειτα, τους τρεις χαρακτήρες να περνούν μια ημέρα μαζί. Διαφορετικές πτυχές θα ανοιχθούν και διαφορετικά ζητήματα θα αγγιχθούν. Θα υπάρξουν περάσματα που αφορούν, στον έρωτα, την αγάπη, την συντροφικότητα, την κατανόηση, την αμφισβήτηση, την εμπιστοσύνη, την αλήθεια και το ψέμα. Οι εναλλαγές σε όλα τα παραπάνω είναι ομαλές και συνεχώς διαπλέκονται.         

Η παράσταση και η ατμόσφαιρα της, σου δίνει την γλυκιά αρχικά και δυνατή στη συνέχεια, αίσθηση ότι την παρακολουθείς στον καναπέ του σαλονιού σου, ακούγοντας μια γλυκιά μελωδία από πιάνο ( η οποία και υπάρχει σε στιγμές στην παράσταση) και κρατώντας μια ζεστή κούπα καφέ, την ώρα που ξαφνικά στο μυαλό, σου έρχονται μια σειρά από ερωτήματα, άλλα τρομακτικά και άλλα απλώς αναπάντητα και σε ταρακουνούν. Σε ξυπνούν. Το έργο θέτει, με πλαίσιο και  φόντο την επιλογή (είναι τελικά επιλογή για τους ήρωες του έργου; – ακόμα και ο τίτλος συνομιλεί με αυτό το ερώτημα ) της μοναξιάς, τρεις βασικές θεματικές, ρευστές ώστε να προσφέρει και στον κάθε θεατή τις οπτικές που εκείνος από ένα σημείο και έπειτα θέλει να προσλάβει. 

Αρχικά, θέτει την θεματική της οικογένειας. Ο πατέρας του έργου και η κόρη του, αποτελούν μια ολοκληρωμένη οικογένεια ; H κόρη, με την συνεχή παρουσία της απουσίας της μητέρας της, αποτελεί από μόνη της μια οικογένεια για τον ίδιο της τον εαυτό; Ποια είναι τα όρια, συναισθηματικά και κοινωνικά, στις σχέσεις μεταξύ των μελών μιας οικογένειας; Οικογένεια από επιλογή ή από ανάγκη; Τι είναι και τι συγκροτεί τελικά μια οικογένεια; Τα ερωτήματα αυτά ίσως δεν εισάγονται με ανοιχτά εκφραστικό τρόπο στο έργο (αν και σε σημεία υπονοούνται και περισσότερο άμεσα) αλλά κατά την γνώμη μου υπάρχουν παντού σε αυτό.

Άλλη μια δεύτερη θεματική, έρχεται, υπάρχει και αναπτύσσεται κάτω από την σκέπη της τρίτης. Είναι η θεματική των προτύπων  ζωής, των στάσεων ζωής σε μια στιγμή ευθείας αναμέτρησης αυτών, με τα ίδια τα άτομα που για χρόνια τα υιοθετούν και τα έχουν κάνει κομμάτι τους. Την στιγμή αμφισβήτησης και δοκιμασίας. Αυτή η θεματική υπήρξε μαζί με την τρίτη θεματική, την θεματική της ίδιας της ενηλικίωσης. Της ενηλικίωσης ως μετάβαση και κατάσταση , όχι με βιολογικούς όρους αλλά με περισσότερο κοινωνικούς και πολιτικούς. Οι επιλογές ενός ενήλικα, οι ευθύνες και οι υποχρεώσεις, η χαμένη νεανική ζωή, η αλλαγή του εαυτού, η εργασία, οι πολλαπλών ειδών καταπιέσεις , ο συμβιβασμός, η ανασφάλεια, το άγχος. Απλώνονται και αφήνονται μπροστά στα μάτια του θεατή.

Το έργο δεν προσπαθεί να δώσει απαντήσεις. Ειδικά και για κάποια ερωτήματα, που αξιωματικού χαρακτήρα , ατομικές απαντήσεις δεν πρέπει και δεν μπορούν να δοθούν. Προσπαθεί όμως, να θέσει σκληρά ερωτήματα με έναν εξαιρετικά καλαίσθητο τρόπο, με ένα πολύ δυνατό κείμενο και με πάρα πολύ καλές ερμηνείες από τους ηθοποιούς. Ο Γιάννος Περλέγκας μειλίχιος όπου χρειάζεται και επιθετικά έντονος στις αντίστοιχες στιγμές, δίνει μια εξαιρετική ερμηνεία. Αντίστοιχα εξαιρετικές οι ερμηνείες, της Σοφίας Κόκκαλη, που γεμάτη σωματική και συναισθηματική ενέργεια σε «γεμίζει» και η ερμηνεία του Μιχάλη Τιτόπουλου, που με αριστοτεχνική συνειδητή απλότητα, σε κάνει να σε πολλά σημεία είτε να ταυτιστείς είτε σίγουρα να συν-σκεφτείς με τον ήρωα που ενσαρκώνει.

Σκηνοθεσία (Ηρώ Μπέζου, Γιάννης Παπαδόπουλος) και σκηνογραφία στην παράσταση, βρίσκονται σε μια καλά δεμένη συνέχεια και συνέπεια μεταξύ τους. Το σενάριο δίνει την εντύπωση μιας αρκετά ώριμης θεατρικής γραφής αν και αποτελεί το πρώτο θεατρικό έργο της Ηρώς Μπέζου. Πολύ προσεγμένη γραφή, σε πολλά σημεία σχεδόν λογοτεχνική. Ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο από πλευράς καλλιτεχνικής και αισθητικής αξίας αλλά και από πλευράς περιεχόμενου. 

[…] Αβάσταχτο είναι… Πικρό είναι

Να σιμώνεις αργά στ’ ακρογιάλι

Χωρίς να είσαι ναυαγός

Ούτε σωτήρας

Παρά ναυάγιο.

Μενέλαος Λουντέμης «Οι εφτά κύκλοι της μοναξιάς»

Πηγή κεντρικής φωτογραφίας: Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν – Φωτογραφίες: Γιάννης Μακρογιαννέλης

Σκηνοθεσία: Ηρώ Μπέζου, Γ. Παπαδόπουλος
Ερμηνεύουν: Σ. Κόκκαλη, Γ. Περλέγκας, Μ. Τιτόπουλος. Σκην.-κοστ.: Εύα Γουλάκου. Φωτ.: Τ. Παλαιορούτας.