Με τον εμβολιασμό για τον νέο κορωνοϊό να ξεκινά στη Βρετανία, στη δημόσια συζήτηση αρχίζει δειλά να εισάγεται η «επόμενη ημέρα» της πανδημίας που, όσον αφορά το υγειονομικό σκέλος, αφορά κυρίως το «υγειονομικό διαβατήριο».
Επί της ουσίας, πρόκειται για την αναζήτηση ενός τρόπου με τον οποίον θα μπορεί εύκολα και γρήγορα να εξακριβωθεί ποιος έχει αποκτήσει ανοσία στον SARS-CoV-2 και ποιος όχι, ώστε να καταστεί δυνατό να επανεκκινήσουν στο αμέσως επόμενο διάστημα δραστηριότητες όπως αεροπορικά ταξίδια εκτός συνόρων, συναυλίες και ποδοσφαιρικοί αγώνες.
Εδώ όμως προκύπτει το εξής ζήτημα: Ενώ, βάσει των κατευθύνσεων του ΠΟΥ και των έως τώρα εξαγγελιών των περισσότερων κυβερνήσεων, τουλάχιστον των δυτικών κρατών, ο εμβολιασμός δεν θα είναι υποχρεωτικός de jure, de facto ο αποκλεισμός από μια σειρά κοινωνικές δραστηριότητες, ακόμα και από την εργασία σε ορισμένες επιχειρήσεις, τον καθιστά επί της ουσίας υποχρεωτικό.
Κάτι που δεν είναι κατ’ ανάγκη αρνητικό, τουλάχιστον για την μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων, που δεν εντάσσονται στο διαβόητο «αντιεμβολιαστικό κίνημα». Όμως μετατρέπει την πολυδιαφημισμένη ελευθερία επιλογής σε μία καρικατούρα, ενισχύοντας στην πραγματικότητα τους συνωμοσιολόγους που συνδέουν τα εμβόλια μέχρι και με το… 5G: Οι κυβερνήσεις δεν μπορούν να κατηγορηθούν για εξαναγκασμό των πολιτών τους να εμβολιαστούν, όμως όποιος θέλει να έχει μια στοιχειώδη κοινωνική ζωή θα πρέπει να κάνει το εμβόλιο, ακόμα και αν δεν συμπεριλαμβάνεται στις ευπαθείς ομάδες.
Το πραγματικό πρόβλημα όμως, είναι ότι σε συνθήκες έκτακτης (υγειονομικής) ανάγκης, ανοίγει για μια ακόμα φορά η συζήτηση για ρυθμίσεις ασφάλειας που περιλαμβάνουν ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα και συνδέουν την παραχώρησή τους ως προϋπόθεση για κοινωνικές λειτουργίες όπως η μετακίνηση, η διασκέδαση, ακόμα και η εργασία. Ρυθμίσεις που, όπως δείχνει η εμπειρία της 11ης Σεπτεμβρίου, εισάγονται προσωρινά ως λύση ανάγκης, ωστόσο εν τέλει παραμένουν στο διηνεκές.
Εξηγώντας ποια είναι η λογική του υγειονομικού διαβατηρίου, στην εκπομπή TODAY του αμερικανικού NBC μίλησαν ο δρ Amesh Adalja, μελετητής στο Πανεπιστημιακό Κέντρο John Hopkins και εκπρόσωπος της Εταιρείας Λοιμωδών Νόσων της Αμερικής, και η δρ. Katie Passaretti, επιδημιολόγος και διευθύντρια του τμήματος πρόληψης λοιμώξεων στο Atrium Health στο Σαρλότ της Βόρειας Καρολίνας.
«Οι άνθρωποι που έχουν λάβει και τις δύο απαιτούμενες δόσεις ενός εμβολίου για τον κορωνοϊό ίσως λάβουν μια κάρτα η οποία θα χρησιμεύει ως απόδειξη του εμβολιασμού τους, παρεμφερή αυτής που λαμβάνουν όσοι εμβολιάζονται για τον κίτρινο πυρετό», δήλωσε ο Adalja.
Ήδη, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εκπομπής του NBC, αεροπορικές εταιρείες και άλλες επιχειρήσεις ενδιαφέρονται για εφαρμογές που θα επιτρέπουν στους πελάτες τους να εισάγουν και να αποθηκεύουν πληροφορίες για την ανοσία, αποτελέσματα από τεστ κορωνοϊού και άλλα ιατρικά έγγραφα. Όσοι έχουν εμβολιαστεί, θα μπορούν τότε να επιδεικνύουν ένα «πάσο υγείας» που θα δημιουργείται μέσω της εφαρμογής, και να κυκλοφορούν από χώρα σε χώρα πολύ πιο εύκολα από όσους κινδυνεύουν να νοσήσουν από κορωνοϊό. Οι εφαρμογές των εταιρειών θα μπορούσαν να διεπιδρούν με τα κρατικά αρχεία, για τη διασταύρωση των πληροφοριών, καθώς θεωρείται διαδικασία ευκολότερη από το να εκδίδεται κάθε φορά μία αντίστοιχη κάρτα.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εμφανίζεται σκεπτικός ως προς τα υγειονομικά διαβατήρια, αν και, σύμφωνα πάντα με το ρεπορτάζ του TODAY, για αμιγώς υγειονομικούς λόγους. «Οι γιατροί ακόμα μαθαίνουν για τον νέο κορωνοϊό και πόσο διαρκεί η ανοσία ενός ατόμου αφού εμβολιαστεί ή επιζήσει από μία λοίμωξη», ανέφερε η Passaretti. «Βλέπουμε περιπτώσεις επαναμόλυνσης σε ανθρώπους που είχαν μολυνθεί παλαιότερα και υπάρχει η εκτίμηση ότι ο εμβολιασμός δεν παρέχει προστασία για όλη τη διάρκεια της ζωής», πρόσθεσε.
Όμως η συζήτηση για το «υγειονομικό διαβατήριο» εγείρει και ηθικά ζητήματα. Η Passaretti σημειώνει ότι δεδομένης της ανισότητας μεταξύ των συστημάτων υγείας από χώρα σε χώρα και από περιοχή σε περιοχή, κάποιοι άνθρωποι ίσως δεν έχουν εύκολη πρόσβαση σε ένα εμβόλιο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, σημειώνουν άλλοι ειδικοί, ένα υγειονομικό διαβατήριο θα είχε ως αποτέλεσμα η κοινωνία να εγγυάται ειδικά προνόμια σε έναν συγκεκριμένο πληθυσμό, απαγορεύοντας επί της ουσίας την πρόσβαση τον κόσμο για τον υπόλοιπο πλανήτη. «Τα υγειονομικά διαβατήρια θα εισήγαγαν έναν τεχνητό διαχωρισμό στο ποιος μπορεί και ποιος δεν μπορεί να συμμετάσχει στην κοινωνική, πολιτική και οικονομική ζωή», έγραψε στο περιοδικό Lancet η Alexandra Phelan, επίκουρη καθηγήτρια στο Ιατρικό Κέντρο του πανεπιστημίου του Georgetown.
«Αυτό ακριβώς είναι το νόημα», σημειώνει από την πλευρά του ο Adalja. «Οι άνθρωποι που επιλέγουν να μην εμβολιαστούν να πρέπει να έρθουν αντιμέτωποι με τις συνέπειες». Αυτό δεν σημαίνει ότι θα τους αφαιρεθεί το δικαίωμα να ταξιδεύουν ή να παρακολουθούν συναυλίες, αλλά θα πρέπει να υφίστανται τεστ ή να μπαίνουν σε καραντίνα. Οι δραστηριότητες θα είναι «πολύ πιο δύσκολες» αν κάποιος δεν εμβολιαστεί, λέει ο Adalja.
Όμως και ατομικές επιχειρήσεις, σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο που ισχύει στις ΗΠΑ, ενδεχομένως να ζητούν πιστοποιητικό εμβολιασμού από τους πελάτες τους, σύμφωνα με την Dorit Reiss, καθηγήτρια νομικής σε πανεπιστήμιο του San Francisco., η οποία μίλησε στο TODAY.
Στο μεταξύ, χωρίς να έχουν υπάρξει επίσημες αποφάσεις, ήδη διάφορες πλατφόρμες δοκιμάζονται για το υγειονομικό διαβατήριο. Σύμφωνα με το ίδιο ρεπορτάζ, αεροπορικές εταιρείες όπως οι JetBlue, Lufthansa, Swiss International Airlines, United Airlines, Virgin Atlantic συμμετέχουν στο project CommonPass, που «επιτρέπει σε πολίτες να επιδεικνύουν το covid καθεστώς τους» και τίθεται σε εφαρμογή για επιβάτες σε πτήσεις από τη Νέα Υόρκη, τη Βοστόνη, το Λονδίνο και το Χονγκ Κονγκ. Η ίδια η ΙΑΤΑ σχεδιάζει το Travel Pass, το οποίο θα «διαχειρίζεται και πιστοποιεί την ασφαλή ροή των απαραίτητων πληροφοριών ως προς το testing και τον εμβολιασμό». Η εφαρμογή αναμένεται να είναι έτοιμη το πρώτο τρίμηνο του 2021. Εταιρείες πληροφορικής δε, όπως η IBM, αναπτύσσουν εφαρμογές που θα χρησιμοποιούνται για την είσοδο σε συναυλίες και αθλητικές διοργανώσεις.
Σύμφωνα με τον Adalja, οι εν λόγω εφαρμογές πιθανότατα θα παραμείνουν σε χρήση για τα επόμενα χρόνια, ή τουλάχιστον έως ότου ο covid19 πάψει να αποτελεί έκτακτο κίνδυνο για τη δημόσια υγεία.
Όμως τόσο η εμπειρία της 11ης Σεπτεμβρίου όσο και τα διάφορα συστήματα παρακολούθησης και περιορισμού της ελεύθερης μετακίνησης των πολιτών που τέθηκαν σε εφαρμογή σε διεθνές επίπεδο για τον περιορισμό του κορωνοϊού, στα οποία περιλαμβάνεται και το απλοϊκό όσο και ασφυκτικά δεσμευτικό «δικό μας» SMS στο 13033, κάνουν το ενδεχόμενο δημιουργίας ενός «υγειονομικού διαβατηρίου» να μοιάζει περισσότερο ως συνέχεια του κλίματος ελέγχου και διαβίβασης σε κράτος και επιχειρήσεις ευαίσθητων ατομικών στοιχείων, παρά ως «αναγκαίο κακό», περιορισμένης διάρκειας, για τον πειθαναγκασμό των πολιτών να εμβολιαστούν.
Εν τέλει, η σύνδεση του εμβολιασμού με κοινωνικά προνόμια, ακόμα και με το δικαίωμα στην εργασία, το μόνο που καταφέρνει είναι να δυσφημεί το επιστημονικό επίτευγμα του εμβολίου, ενισχύοντας τα ρεύματα ανορθολογισμού που ανθίζουν με φόντο την πολιτική εκμετάλλευση της πανδημίας από κράτη, κυβερνήσεις και επιχειρηματικούς κολοσσούς που προωθούν την ατζέντα μετάβασης σε έναν νέο καπιταλισμό.
Γιώργος Μουρμούρης
giorgismour@yahoo.gr
Twitter: GeorgeMourmour2
Με πληροφορίες από το ρεπορτάζ της A. Pawlowski στο TODAY