«Αξίζει να ζεις τη ζωή σου και μόνο για να εξαπατήσεις τους άλλους και να μην εξαπατηθείς ο ίδιος»
Μία μπαρουτοκαπνισμένη φαρσοκωμωδία που με εφαλτήριο τη χαρτοπαιξία και την απάτη μιλά για την εγγενή στη φύση του ανθρώπου αυταπάτη, τη φθορά και την τραγικότητά του, κατά τον αρχαιοελληνικό ορισμό.
Σε ένα μικρό πανδοχείο μία μικροσυμμορία απατεώνων χαρτοπαιχτών θέτουν σε εφαρμογή το κόλπο γκρόσο για να «ξεπαραδιάσουν» έναν ανυποψίαστο και εύπιστο ανθρωπάκο.
Τα κάτωθι αποτελούν υποκειμενικά αντικειμενική άποψη της γράφουσας:
Μία παράσταση ζωντανή, με παλλόμενη ενέργεια, έκκλητο δυναμισμό και φρεσκάδα, από έναν νέο σκηνοθέτη. Ανατροπές των ανατροπών και ατάκα στην ατάκα. Η χημεία μεταξύ των ηθοποιών είναι εκρηκτική, κυρίαρχη, το κέφι και το μεταξύ τους δέσιμο αναμφίβολο. Υπερβαίνουν δε τον ρόλο του ηθοποιού, είναι μουσικοί, είναι περφόρμερ. Αποδίδουν σε όλη την διάρκεια της παράστασης το 200% τους. Το ταλέντο τους είναι αστείρευτο. Προκαλούν γέλιο με τους αυτοσχεδιασμούς τους και την ρυθμική τους σωματικότητα. Η ζωντανή μουσική τροφοδοτεί την ενέργεια και υποβάλλει την ατμόσφαιρα. Συγκοινωνούν με το κοινό και το κέφι ανακυκλώνεται. Τώρα που άνοιξαν τα θέατρα η επαφή αυτή είναι αμφιπλεύρως αναγκαία.
Το έργο του Γκογκολ όμως δεν προσδοκά να είναι παρά φαινομενικά κωμικό. Ουσιαστικά αποσκοπεί στην στομφώδη απόδοση της παρακμής, της σαπίλας και της διαφθοράς της ρωσικής κοινωνίας του 19ου αιώνα, μίας κοινωνίας που προσιδιάζει στην ελληνική κοινωνία του σήμερα. Εκμαυλισμένες συνειδήσεις, homo hominis lupus και αέναος εμφύλιος μεταξύ των ανθρώπων, αφού τα κοινωνικά συμβόλαια έχουν σκιστεί.

Τα κάτωθι αποτελούν υποκειμενική άποψη της γράφουσας:
Η κωμωδία για να είναι αστεία πρέπει να είναι επίκαιρη και επιτόπια, γιατί δύσκολα είναι διαχρονική και διατοπική. Η μεν ξενόγλωσση χάνει με το «καλημέρα σας» τα λογοπαίγνια της, η δε ελληνική του 2021 είναι για εμένα προβλέψιμη και εύληπτη, ανταποκρινόμενη φυσικά στην ζήτηση, άλλωστε το θέατρο δεν εκφεύγει της αόρατης μέγγενης της Αγοράς. Συμφωνούμε, ότι το μέσο θεατρικό κοινό αναζητά στην κωμωδία καταφύγιο από την πραγματικότητα, ,μια φραγή στις σκέψεις του, δεν έχει άλλωστε διάθεση να σκεφτεί. Την οξύνοιά του έχει απομυζήσει η πολύωρη εργασία του, το διάβασμα για τις σπουδές του κ.ο.κ., και αν ήθελε να δεχθεί νοητικές προκλήσεις θα πήγαινε να δει ένα δράμα βρε αδερφέ. Κατανοητό, σεβαστό. Η ελληνική κωμωδία λοιπόν υπηρετεί μιαν ανάγκη, που εγώ προσωπικά, ως φασαία, ψευτοκουλτουριάρα, σνομπ δημόσια υπάλληλος, φέρω σε μικρότερο βαθμό και ικανοποιώ με άλλους τρόπους.
Η παράσταση σε πολλές περιπτώσεις μετερχόταν χιούμορ Σεφερλή. Ατάκες τύπου -«Σάσα!!» -«Μπάστα!» ή «Πού τσάι;», κάτι που φυσικά είναι λογικό και επόμενο στο ατακαδόρικο χιούμορ.
Μία ακόμη παρατήρηση είναι ότι οι ρόλοι στο πρώτο κομμάτι του έργου αποδίδονταν με υπερβολική θηλυπρέπεια. Είναι μία παρωχημένη κατά τη γνώμη μου οπτική. Οι θηλυπρεπείς άνθρωποι είναι γελοίοι, καρικατούρες, οι ανδροπρεπείς, οι στιβαροί είναι σοβαροί. Ευτυχώς γρήγορα ωρίμασαν οι ερμηνείες.
Αν δεν έχει γίνει ήδη κατανοητό δεν προτιμώ τις κωμωδίες, μπορώ όμως να αντιληφθώ ότι η συγκεκριμένη, μπορεί να μην ανταποκρίνεται απόλυτα σον Γκόγκολ, ανταποκρίνεται όμως στον Κουτλή, είναι ευχάριστη, είναι κωμωδία, με την πιο πλούσια σημασία της λέξεις και δεν έχει δεχθεί αδίκως διθυραμβικές κριτικές και θυελλώδη χειροκροτήματα.
Η αίσθηση που αφήνει η παράσταση είναι ευχάριστη, αλλά δυστυχώς η ανθρώπινη φύση επιτάσσει στην μνήμη να προτεραιοποιεί τα δυσάρεστα.

Οι Παίχτες του Νικολάι Γκογκολ στο θέατρο Κιβωτός
Σκηνοθεσία – μετάφραση – διασκευή: Γιώργος Κουτλής
Δραματουργική επεξεργασία: Βασίλης Μαγουλιώτης
Σκηνικά: Άρτεμις Φλέσσα
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Μουσική: Αλέξανδρος Δράκος Κτιστάκης
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης
Χορογραφία: Αλέξανδρος Βαρδαξόγλου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Ιάκωβος Μηνδρινός
Φωτογραφίες: Χρήστος Συμεωνίδης
Παίζουν: Γιάννης Νιάρρος, Βασίλης Μαγουλιώτης, Ηλίας Μουλάς, Αλέξανδρος Χρυσανθόπουλος, Γιώργος Τζαβάρας και Γιώργος Μπουκαούρης, guest star ο Χρήστος Στέργιογλου