Μια ευρηματική ταινία μέσα από τα μάτια του Eo, ενός γλυκού γαϊδουριού που αποκαλύπτει ότι είμαστε περισσότερο “ζώα” απ’ όσο φανταζόμαστε.
Πριν λίγες μέρες, η ταινία «Eο» του Γέρζι Σκολιμόφσκι ανακοινώθηκε ότι θα είναι η πρόταση της Πολωνίας για τα φετινά Όσκαρ και όχι άδικα. Βαδίζοντας στα βήματα του Ρομπέρ Μπρεσόν με την ταινία «Στην τύχη ο Μπαλταζάρ» που θέτει στο κέντρο της αφήγησης επίσης ένα γαϊδουράκι, η ταινία με την υποδειγματική φωτογραφία χειρίζεται εξαίσια τον τετράποδο πρωταγωνιστή της για να αποδείξει πως η ανθρώπινη φύση δεν απέχει πολύ από αυτή των ζώων.
Σε αυτή την πολωνική και ιταλική συμπαραγωγή, ακολουθούμε την παράδοξη πορεία του Eo καθώς αρχικά φεύγει από το τσίρκο που “δούλευε” για να ζήσει φυσιολογικά σε μια φάρμα. Μέσα από τις διάφορες χρήσεις του ζώου αλλά και την θέση του σε σχέση με τα υπόλοιπα ζώα (ανθρώπινα και μη), ξεδιπλώνεται μια φρενήρης κοινωνική πραγματικά γεμάτη ταξικές, φυλετικές και ηθικές διαφορές που ωστόσο χαλιναγωγείται από πάθη και ενδίδει ενστικτωδώς σε κάθε λογής πάθη. Η βία μαζί με το σεξ γίνονται πολλές φορές συνδετικός κρίκος αλλά και κινητήρια δύναμη για τους ανθρώπους που περιβάλλουν το ζώο, ενώ τα δίπολα ζωή-θάνατος και φύση-ανθρώπινη παρέμβαση πρωτοστατούν στην σύνθεση των κινηματογραφικών κάδρων. O Eo στο σύνολο της ιστορίας γίνεται δέκτης τρυφερότητας αλλά και αγριότητας, με τον θεατή να μπαίνει κινηματογραφικά στην θέση του ζώου και να συμπάσχει μαζί του.
Σίγουρα δεν λείπει μια πολιτική ή έστω κοινωνιολογική ανάλυση από την ταινία πέρα από την καθαρά φιλοζωική, ωστόσο ο 84χρονος σκηνοθέτης και πρωτοπόρος του νέου πολωνικού κινηματογράφου δεν αρκείται σε διδακτισμούς και εύκολα συμπεράσματα. Ουσιαστικά με την κατάτμηση της ταινίας σε μικρές, σχεδόν αυτόνομες, ιστορίες ο Γέρζι Σκολιμόφσκι χτίζει με ευαισθησία και ενσυναίσθηση την πορεία του Eo από τα δάση της Πολωνίας στην ηλιόλουστη ιταλική χερσόνησο. Η μορφή του ζώου λειτουργεί ως παραβολή για την “πολιτισμένη” Ευρώπη, που μαστίζεται από φανατισμό, ξενοφοβία, ρατσισμό και εκμεταλλεύεται την φύση και τα ζώα.
Με ισόποσες δόσεις χιούμορ και δράματος, η ταινία ξεχωρίζει για τον παροιμιώδη τρόπο που αναπαριστά τα μελανά σημεία της ανθρώπινης φύσης, τα εξωπραγματικά και καλοστημένα πλάνα, την καθόλα ευρηματική αφήγηση μέσα από τα μάτια του μελαγχολικού Eo, τον μικρό ρόλο-έκπληξη της Ιζαμπέλ Ιπέρ και τον διάχυτο λυρισμό της. Με τα λόγια του ίδιου του δημιουργού:«Αρκετές δεκαετίες παλιότερα, είπα σε μια συνέντευξη (νομίζω στο Cahiers du Cinema) πως η μοναδική ταινία που με έκανε να κλάψω ήταν η ταινία «Στην Τύχη ο Μπαλταζάρ». Έκτοτε, δεν έχω ρίξει ούτε ένα δάκρυ στο Σινεμά. Αυτό που οφείλω στον Μπρεσόν είναι η ισχυρή πεποίθηση πως το να βάλεις έναν χαρακτήρα ζώου σε μια ταινία δεν είναι μόνο εφικτό, αλλά μπορεί να γίνει και πηγή συναισθήματος».
*Η ταινία παρουσιάστηκε σε πρώτη ελληνική προβολή στις 28ες Νύχτες Πρεμιέρας*