Μία εβδομάδα μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία ο πλανήτης, ακριβώς δύο χρόνια μετά τον Μάρτη των παγκόσμιων lockdowns, δεν θυμίζει σε τίποτα τον κόσμο που φιλοδοξούσε να ανασάνει από την διετή κρίση του κορωνοϊού. Όχι μόνο η επιστροφή του πολέμου στην ευρωπαϊκή ήπειρο 23 χρόνια μετά τον αιματηρό διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας, αλλά και η τρομακτική εισαγωγή στο δημόσιο διάλογο της συζήτησης περί μιας γενικευμένης πολεμικής σύρραξης, ακόμα και ενός πυρηνικού πολέμου, μας θυμίζουν ότι βρισκόμαστε βαθιά μέσα στην εποχή των κρίσεων – και αυτή θα είναι η νέα κανονικότητα.
Μέσα σε μία εβδομάδα οι διεθνολόγοι πήραν τη θέση των λοιμωξιολόγων και ο κορωνοϊός σχεδόν εξαφανίστηκε από τη δημόσια συζήτηση, με τις εξελίξεις να επιβεβαιώνουν τον κυνικό αφορισμό ότι τέτοιου είδους κρίσεις «τελειώνουν» όταν «αποφασίσουμε» ότι «τελείωσαν». Με την αβεβαιότητα για το αύριο και την αδυναμία οποιουδήποτε μεσοπρόθεσμου σχεδιασμού να επιφέρει μία ακόμη ατομική και συλλογική ματαίωση, καλώντας μας για μία ακόμη φορά να οικοδομήσουμε ένα ατομικό-εσωτερικό και συλλογικό-κοινωνικό πλέγμα αντιστάσεων στην παντοειδή πίεση, στο Long Stories Short θα προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε τον νέο κόσμο που γεννιέται ενόσω πάνω στα κοινωνικά αποκαΐδια του κορωνοϊού προστίθενται τα ερείπια των πόλεων της Ουκρανίας και οι σωροί των νεκρών αμάχων και των νεαρών στρατιωτών που έπεσαν σε έναν πόλεμο άδικο από όλες τις πλευρές.

Το τέλος του Πρώτου Κόσμου
Η νικηφόρος για τη Δύση έκβαση του Ψυχρού Πολέμου, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, βρήκε την Ελλάδα και την Ευρώπη στην πλευρά των νικητών – την «σωστή πλευρά», όπως το έθεσε κατά την ομιλία του την Τρίτη στη Βουλή ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Ο εσωτερικός κοινωνικός, πολιτικός, ιδεολογικός ανταγωνισμός για τις επόμενες δεκαετίες θα διεξαγόταν εντός αυτού του πλαισίου – της συμμετοχής στο μπλοκ των επικυρίαρχων του κόσμου. Αυτό έχει τη σημασία του: Είναι αλλιώς να διεκδικείς να μην γίνουν βομβαρδισμοί στο όνομά σου ή/και με τη συνδρομή της χώρας σου, και άλλο να προσπαθείς να αποφύγεις της βόμβες.

Η μετάβαση από τον ψυχροπολεμικό διπολισμό στη μετα-90s διαίρεση σε Πρώτο, Δεύτερο και Τρίτο κόσμο δεν έγινε βεβαίως αναίμακτα – και τα Βαλκάνια το ξέρουν αυτό καλά: Η Δύση, ως παγκόσμιο ηγεμονικό οικονομικό και πολιτικό-πολιτισμικό μπλοκ καθόρισε τους όρους του παιχνιδιού για τις υπόλοιπες περιοχές της υφηλίου. Οι πόλεμοι του Κόλπου, οι βόμβες στη Γιουγκοσλαβία και η εισβολές σε Αφγανιστάν και Ιράκ εμπέδωσαν μια «νέα παγκόσμια τάξη» (χρησιμοποιείται εδώ χωρίς την πολιτική φόρτιση που έχει λάβει η εν λόγω ορολογία την τελευταία δεκαετία) – η οποία για τους νικητές του Ψυχρού Πολέμου φάνταζε παντοτινή. Τα επιπέδου επιβίωσης προβλήματα εξορίστηκαν κάπου αλλού: Οι πόλεμοι και η πείνα στον Τρίτο κόσμο, η περιβαλλοντική υποβάθμιση και καταστροφή στον Δεύτερο, μαζί και ο «βρώμικος» δευτερογενής τομέας που ξεφορτώθηκε ο Πρώτος Κόσμος μεταπηδώντας -όχι χωρίς εσωτερικές κοινωνικές απώλειες, τους «χαμένους του εκσυγχρονισμού» – στον τομέα των υπηρεσιών.
Η φυγή από το Αφγανιστάν και το τέλος μιας εποχής
Οι τριγμοί στο πλαίσιο αυτό άρχισαν να εμφανίζονται ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 2000 και κλιμακώθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της κρισιακής δεκαετίας 2010-2020. Ώσπου ο κόσμος όπως διευθετήθηκε μετά το 1990 κατέρρευσε με πάταγο στις 15 Αυγούστου του 2021, όταν οι Ταλιμπάν εισήλθαν νικητές στην Καμπούλ και οι ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις αποχώρησαν όπως-όπως, με τις εικόνες Αφγανών να πέφτουν στο κενό κατά την απογείωση των αεροσκαφών της μεγαλύτερης πολεμικής μηχανής του πλανήτη, να κάνουν τον γύρο του κόσμου.
Πολλά γράφτηκαν τότε για τη σημασία των όσων διαδραματίστηκαν στα αφιλόξενα εδάφη της κεντρικής Ασίας, κανείς όμως δεν θα περίμενε ότι μόλις έξι μήνες μετά ο απόηχος του συμπυκνωμένου μηνύματος που περιέκλειε η άτακτη φυγή της Δύσης από το Αφγανιστάν θα έφερνε τον πόλεμο στην «πόρτα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σήψη και κατάρρευση
Ο Πρώτος Κόσμος, ο κόσμος μας, καταρρέει – και για την (ενδεχόμενη) αντιστροφή αυτής της πορείας θα χρειαστεί να ματώσει, ακόμα και κυριολεκτικά: Το διατύπωσε με σαφήνεια ο ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ, Ζοζέπ Μπορέλ, όταν τη Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου δήλωνε ότι αποτελεί «ταμπού που πέφτει» ο λογική ότι «η ΕΕ είναι ένωση ειρήνης».
Δεν είναι όμως μόνο η επιστροφή του πολέμου που ανατινάζει τα θεμέλια του «ευρωπαϊκού τρόπου ζωής μας», για να θυμηθούμε τον τίτλο του Έλληνα επιτρόπου Μαργαρίτη Σχοινά. Είναι η κλιματική κρίση που σαρώνει και την Ευρώπη – τα εκατομμύρια καμένα στρέμματα στα δάση της Μεσογείου και οι εκατοντάδες νεκροί από τις πλημμύρες στη δυτική Γερμανία το περασμένο καλοκαίρι, το τονίζουν εμφατικά. Είναι η θεαματική υστέρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αντιμετώπιση της πανδημίας και στο ζήτημα των εμβολιασμών – για μήνες ήταν ουραγός παγκοσμίως, μπλεγμένη σε οικονομικές δοσοληψίες και δικαστικές διαμάχες με τις φαρμακευτικές. Ακόμα και σήμερα, με την υποχρεωτικότητα να έχει επιβληθεί στα περισσότερα κράτη-μέλη, η Ευρωπαϊκή Ένωση προηγείται ελάχιστα της Ασίας όσον αφορά το σύνολο του εμβολιασμένου πληθυσμού, με 75% και 73% αντίστοιχα. Είναι η γενικευμένη ένδεια που αυτόν τον χειμώνα εμφανίζεται κυρίως ως ενεργειακή φτώχεια – πάνω από 35 εκατομμύρια άνθρωποι στην ΕΕ καλούνται αυτόν τον χειμώνα να επιλέξουν ανάμεσα στο να τραφούν ή να ζεστάνουν τα σπίτια τους, σύμφωνα με το Euronews.

Είναι, τέλος, η κοινωνική και πνευματική σήψη και παρακμή: Ο αυταρχικός θετικισμός των κυβερνήσεων και η α-κοινωνική και αν-ιστορική θεοποίηση του επιστημονικού λόγου από τη μία, τα αντιεμβολιαστικά και συνωμοσιολογικά κινήματα από την άλλη, η ξενοφοβία και ο διάχυτος ρατσισμός, η επιτηδευμένη ελευθεριότητα που συνυπάρχει με τον δομικό συντηρητισμό. Ένα τέλμα η μία όψη του οποίου είναι η παραδομένη στις φλόγες Notre Dame τον Απρίλιο του 2019 στην καρδιά του Παρισιού, η άλλη οι χιλιάδες νεκροί πρόσφυγες στα σύνορα της Ευρώπης-φρούριο, η κανονικοποιημένη βία και οι εξευτελισμοί των pushbacks, η θάλασσα των πολιτισμών της Μεσογείου που ξεβράζει σωρούς.
Ο κρότος των οβίδων του Πούτιν, ήρθε απλά να μας ξυπνήσει από τη νάρκη στην οποία βρισκόμασταν, να μάς θυμίσει ότι πρέπει να ξεχάσουμε τον κόσμο όπως τον γνωρίζαμε. Ξημερώνει μια νέα εποχή.
AGAINST THE POWER THAT HAS RISEN IN THE EAST, THERE IS NO(?) VICTORY
Το διάγγελμα του Βλαντίμιρ Πούτιν κατά την ανακοίνωση της αναγνώρισης της ανεξαρτησίας των αυτοαποκαλούμενων «λαϊκών δημοκρατιών» του Ντονμπάς δεν διακρινόταν μόνο από πηγαίο αντικομμουνισμό και μεγαλορωσικό εθνικισμό. Διαπνεόταν – και αυτό ίσως είναι το πιο σημαντικό – από λατρεία της εξουσίας και της ισχύος, είχε στη βάση του τον νόμο του ισχυρού, την ηδονή του κυνισμού, της ωμής βίας και της πράξης έναντι της υποκρισίας, της κεκαλυμμένης βίας και της θεωρητικολογίας.
Εδώ και χρόνια στην Ανατολή καλλιεργείται και αναπτύσσεται μια αντι-κουλτούρα, στον αντίποδα της δυτικής, την οποία ελάχιστοι έχουν μελετήσει προσεκτικά και διεξοδικά, χωρίς στερεότυπα και προκαταλήψεις. Το παρόν άρθρο δεν έχει να εισφέρει κάτι σε αυτή την έλλειψη, πέραν της διαπίστωσής της, και κάποιων εμπειρικών παρατηρήσεων κυρίως λόγω της τακτικής, για επαγγελματικούς λόγους, πρόσβασης στον ενημερωτικό ιστότοπο Russia Today.
Ο ρατσισμός και η ισλαμοφοβία, η διάχυτη ομοφοβία και ο στιγματισμός της ομοφυλοφιλίας, της σεξουαλικής απελευθέρωσης και της πολυπολιτισμικότητας ως στοιχείων της «παρακμής» της Δύσης αποτελούν χαρακτηριστικά διάχυτα στη θεματολογία και στο ύφος γραφής στον εν λόγω ιστότοπο, που απηχεί τις θέσεις του Κρεμλίνου. Το φλερτ με τις θεωρίες συνωμοσίας και η αντιπαράταξη του τρίπτυχου «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» στον κοσμοπολιτισμό, τον πλουραλισμό και την αυτονομία του ατόμου παρέχουν κάποιες ακόμα ενδείξεις για τον λόγο των ιδεολογικών ή και οργανωτικών διασυνδέσεων των διαφόρων ακροδεξιών ρευμάτων ή/και κομμάτων της Δύσης με τη Ρωσία.
–Διαβάστε επίσης: Squid Game – Κώδικες και αναγνώσεις μιας παγκόσμιας επιτυχίας
Ενδεχομένως το ιδεολογικο-πολιτικό αυτό συνονθύλευμα να «απαντά» στα ερωτήματα μιας μερίδας των «χαμένων της παγκοσμιοποίησης», να προσφέρει «βεβαιότητα» σε έναν κόσμο διαρκών αλλαγών και αβεβαιότητας, να παρηγορεί όσους δεν μπορούν, δεν θέλουν ή δεν έχουν συμφέρον να ακολουθήσουν τους φρενήρεις ρυθμούς των δυτικών κοινωνιών – στις οποίες συχνά η ταχύτητα μοιάζει να μετατρέπεται σε μία επιταχυνόμενη περιστροφή γύρω από το τίποτα. Ίσως όμως – και αυτό είναι το πιο ανησυχητικό – η «επαναμάγευση» της ιεραρχίας, της ισχύος και της αυθεντίας να ανταποκρίνονται καλύτερα στον ανθρωπότυπο που απαιτεί η Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση – και αυτό δεν αφορά τόσο τη Ρωσία όσο την Κίνα. Άλλωστε, ο αυταρχισμός (όμως δια του αν-ιστορικού θετικισμού) επελαύνει και στη Δύση, όπως δείχνουν εμφατικά οι περιπτώσεις Μητσοτάκη και Μακρόν.
Αυτές είναι οι δυνάμεις που αιματοκυλούν την Ουκρανία. Και δεν έχουν τίποτα, μα τίποτα το «απελευθερωτικό».
Η εποχή των τεράτων
Το παγκόσμιο σκηνικό θυμίζει τις παραμονές της έκρηξης του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία δεν σηματοδότησε μόνο την έναρξη ενός αιματηρού πολέμου, αλλά και το τέλος μιας εποχής που στον Πρώτο Κόσμο και τις παρυφές του Δεύτερου, οι διακρατικοί ανταγωνισμοί (επιχειρούταν να) επιλύονται μέσω του διαλόγου και του «διεθνούς δικαίου». Η εισβολή έδρασε ως επιταχυντής εξελίξεων που είχαν ήδη δρομολογηθεί. Το ΝΑΤΟ «εκεί που σάπιζε» («εγκεφαλικά νεκρό» το χαρακτήριζε ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν του Ιούνιο του 2020), «ξανατονώθηκε». Η Ευρωπαϊκή Ένωση εξοπλίζεται. Οι στρατοί μεγαλώνουν, οι στρατηγοί σωρεύουν «κρέας για κανόνια». Η Γερμανία εξήγγειλε εξοπλιστικό πρόγραμμα-μαμούθ ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ, που αν υλοποιηθεί θα την μετατρέψει σε στρατιωτική δύναμη για πρώτη φορά μετά το 1945.

Τις μέρες αυτές, οι παίκτες τοποθετούνται στη παγκόσμια σκακιέρα, γεννιούνται οι διαιρετικές τομές που θα σηματοδοτήσουν τους «δικούς μας» και τους «άλλους». Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, πολύ πριν την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, είχε σπεύσει με απύθμενη υποκρισία να ορίσει το δίπολο μεταξύ των ανά τον κόσμο «δημοκρατιών», από τη μία, και των «αυταρχικών καθεστώτων» από την άλλη, τοποθετώντας προφανώς τη χώρα του στην κορυφή της ιεραρχίας της «σωστής πλευράς της ιστορίας».
Διάφοροι περιφερειακοί παίκτες σε ολόκληρο τον κόσμο που ενδέχεται την επαύριο να βρεθούν στα σημεία τριβής των νεο-ψυχροπολεμικών τεκτονικών πλακών, βλέπουν κοντόθωρα μια ευκαιρία να προωθήσουν τις θέσεις τους, για να λύσουν λιμνάζοντα προβλήματα δεκαετιών απλώς ποντάροντας σωστά στο παγκόσμιο γεωπολιτικό πόκερ. Και αυτό μας φέρνει στην Ελλάδα.
«Πρότυπο βασίλειο», «προκεχωρημένο φυλάκιο», «πυλώνας σταθερότητας»
Η μονομερής απόφαση της κυβέρνησης Μητσοτάκη όχι απλώς να συμπαρασταθεί ηθικά αλλά και να στείλει πολεμικό υλικό στην Ουκρανία, σηματοδοτεί το πέρασμα σε μια νέα εποχή και για την Ελλάδα.
Είναι σαφές από τις τοποθετήσεις κυβερνητικών παραγόντων, αλλά και του ίδιου του πρωθυπουργού, ότι το ελληνικό κράτος σκοπεύει να κινηθεί για μία ακόμα φορά με τη μέθοδο που το μετέτρεψε από ένα μικρό απομονωμένο βασίλειο στην νότια άκρη της Βαλκανικής σε ένα σύγχρονο κράτος που εκτείνεται από τα σύνορα της Αδριατικής ως την ανατολική Μεσόγειο και από τον Έβρο ως τα θαλάσσια σύνορα με τη Λιβύη. Η συμπαράταξη με τις δυτικές δυνάμεις σε κάθε εκστρατεία των τελευταίων προς την Ανατολή, η λειτουργία του «πρότυπου βασιλείου» ως «προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης» όπως λεγόταν παλαιότερα, «πυλώνας σταθερότητας» όπως λέγεται σήμερα, είχε ως αποτέλεσμα να αποδίδονται στην Ελλάδα ολοένα και περισσότερες εκτάσεις που ο δυτικός ιμπεριαλισμός αποσπούσε από την ακρωτηριασμένη Οθωμανική Αυτοκρατορία ή/και από τις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες, χωρίς βεβαίως αυτό να αναιρεί και τη σημασία της εγχώριας πολεμικής κινητοποίησης.
–Διαβάστε επίσης: Ναφθαλίνη και Rafale
Μια εθνικ(ιστικ)ή θεώρηση της ιστορίας που θέλει τη Δύση να «χρωστάει» διαρκώς στη χώρα μας λόγω της εδώ γέννησης των πολιτισμικών θεμελίων της πρώτης, είχε ως αποτέλεσμα από τη δημιουργία του ελληνικού κράτους έως σήμερα το «κοινό αίσθημα» να διεκδικεί την πλήρη υλοποίηση της ανά περιόδους «μεγάλης ιδέας», από την ανασύσταση της βυζαντινής αυτοκρατορίας (την πρώτη εκατονταετία περίπου ύπαρξης του ελληνικού κράτους), την ένωση της Κύπρου (στο μέσο του 20ου αιώνα), μέχρι τη θαλάσσια επέκταση στην ανατολική Μεσόγειο (σήμερα).
Όταν η επιθυμία αυτή προσέκρουε (και προσκρούει) στην πραγματικότητα και τους συσχετισμούς δυνάμεων όπως διαμορφώνονται σε ολόκληρο τον κόσμο, η στροφή στον ρεαλισμό γίνεται νοητή ως υποχώρηση από τα «εθνικά δίκαια» ή προδοσία από τους δυτικούς ιμπεριαλιστές, που φυσικά από την πλευρά τους έπαιζαν πάντα το δικό τους παιχνίδι, χρησιμοποιώντας τον ελληνικό εθνικισμό τόσο όσο εξυπηρετούσε τα συμφέροντά τους. Πρόκειται έτσι για την ίδια διεργασία που οδήγησε στη διαμόρφωση του ελληνικού κράτους όπως το ξέρουμε σήμερα, από τη μία, αλλά και στις μεγάλες καταστροφές με απερίγραπτο ανθρώπινο πόνο, όπως η μικρασιατική καταστροφή και το Κυπριακό, από την άλλη.
Σήμερα, η ελληνική ηγεσία μοιάζει να θέλει να επωφεληθεί από την ταύτισή της με τον δυτικό κόσμο, στο πλευρό του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ και της ΕΕ ώστε, ποντάροντας στο ότι θα είναι οι νικητές ή τουλάχιστον ο ισχυρός πόλος στις επερχόμενες αναμετρήσεις, η Ελλάδα να αποκομίσει οφέλη έναντι της Τουρκίας. Τα οφέλη αυτά δεν είναι βεβαίως εδαφικά, ούτε όμως και αμυντικά. Αφορούν την υλοποίηση μιας επιθετικής ατζέντας ανατροπής των συσχετισμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στη θάλασσα του Αιγαίου και της ανατολικής Μεσογείου, που από ελληνικής πλευράς χαρακτηρίζεται ως εθνικό δίκαιο συμβατό με το Διεθνές Δίκαιο, όμως στην πραγματικότητα αποτελεί (αυθαίρετη) ερμηνεία του τελευταίου.
Ευρω-ατλαντική υπόθεση
Επιστρέφοντας στην Ουκρανία, διευκρινίζοντας ευθύς εξαρχής σε όλους τους τόνους και από όλες τις πλευρές ότι η ρωσική εισβολή είναι απαράδεκτη από κάθε άποψη και καταδικαστέα, δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει ότι τα τελευταία χρόνια και με ιδιαίτερη ένταση τους τελευταίους μήνες, το ουκρανικό καθεστώς που προέκυψε από την ηγεμονευόμενη από την ακροδεξιά εξέγερση του Μαϊντάν, το 2014, επιχειρούσε να προωθήσει μία επιθετική ατζέντα ενάντια στη Ρωσία με «όπλο» την μετατροπή της διμερούς αντιπαράθεσης σε ευρω-ατλαντική υπόθεση, σε υπόθεση που αφορά ολόκληρο τον δυτικό κόσμο.
Η προσπάθεια ματαίωσης της έναρξης λειτουργίας του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2, που θα στερούσε από τα κρατικά ταμεία της Ουκρανίας κολοσσιαία έσοδα από τα τέλη διέλευσης του αερίου μέσω των υπαρχόντων αγωγών που διασχίζουν το έδαφός της, και οι σχεδιασμοί επανακατάληψης των εδαφών της ανατολικής Ουκρανίας που αυτονομήθηκαν ως απάντηση στα πογκρόμ Ουκρανών νεοναζί μετά το 2014 με αμφισβήτηση των συμφωνιών του Μινσκ, απαιτούσαν ο αμερικανικός παράγοντας που με κάθε τρόπο ήθελε να αποτραβηχτεί από την Ευρώπη για να ασχοληθεί με την ανατολική Ασία, να παραμείνει παρών.
Το ουκρανικό καθεστώς μεθόδευσε με κάθε τρόπο την ένταση, γνωρίζοντας ότι πρόκειται για ένα «παιχνίδι με τη φωτιά», ειδικά όταν έθεσε στο τραπέζι την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ που σήμαινε ότι δυτικά (πυρηνικά) όπλα θα μπορούσαν αν εγκατασταθούν σε απόσταση λίγων εκατοντάδων χιλιομέτρων από τη Μόσχα. Ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για τον ρώσικο εθνικισμό που, έχοντας προφανώς κατά νου την ταπείνωση των ΗΠΑ στην Καμπούλ και θεωρώντας ότι είναι η κατάλληλη στιγμή για να «ανέβει σκαλί» στην διεθνές ιμπεριαλιστικό πλέγμα, προχώρησε σε μια θεαματική επίδειξη δύναμης εισβάλλοντας στη γειτονική χώρα – και απεμπολώντας αυτομάτως έτσι οποιοδήποτε «δίκαιο» θα μπορούσε να της αποδώσει κανείς όσο με διπλωματικούς χειρισμούς η Ρωσία προσπαθούσε να αποφύγει την περικύκλωσή της από το ΝΑΤΟ – και βεβαίως όσο «δίκαιο» υπάρχει στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό.
Μπορεί ο πόλεμος να φτάσει στην Ελλάδα;
Στην Ελλάδα, η αντιμετώπιση του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού από την ελληνική ηγεσία (σχεδόν) διαχρονικά και με ιδιαίτερη ένταση από την ελληνική οικονομική κρίση και έπειτα ως «παίγνιου μηδενικού αθροίσματος» (η απώλεια του ενός, κέρδος του άλλου), έχει οδηγήσει σε ένα «παιχνίδι με τη φωτιά». Το καλοκαίρι του 2020 το ενδεχόμενο ενός «θερμού επεισοδίου» ήταν στην ημερήσια διάταξη, ενώ η αντιτουρκική (παρα)φιλολογία έχει εδραιωθεί για τα καλά στη δημόσια σφαίρα.
Από ελληνικής πλευράς προβάλλεται μονομερώς η τουρκική προκλητικότητα, όπως εκφράζεται από το casus belli, τις υπερπτήσεις πάνω από κατοικημένα νησιά, τους κατά καιρούς λεονταρισμούς του Ερντογάν για τα «σύνορα της καρδιάς του». Αποσιωπάται όμως η αντίστοιχη προκλητικότητα μιας σειράς ελληνικών θέσεων και σχεδιασμών, όπως η από καιρού εις καιρόν επιστρέφουσα συζήτηση περί μονομερούς επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια, κατά παράβαση κάθε σχετικού δεδικασμένου όσον αφορά την πρακτική εφαρμογή του Δίκαιου της Θάλασσας στις ημίκλειστες θάλασσες, η φαντασίωση περί απόδοσης πλήρους ΑΟΖ στο Καστελόριζο – κάτι που η ίδια η Ελλάδα δεν διανοήθηκε καν να διεκδικήσει για τα διαπόντια νησιά βορείως της Κέρκυρας κατά τη οριοθέτηση ΑΟΖ με την Ιταλία – ακόμα και τα διάφορα (καρκινοβατούντα εσχάτως) σχέδια de facto αποκοπής της Τουρκίας από την ανατολική Μεσόγειο και το Σουέζ μέσω πχ του αγωγού EastMed (και των φρεγατών που θα περιπολούσαν γύρω του).
Αν η (όποια) ελληνική κυβέρνηση επιλέξει να «παίξει με τη φωτιά», προσπαθώντας να υποβαθμίσει την Τουρκία από περιφερειακή δύναμη που είναι (όπως άλλωστε και η Ελλάδα) σε μια ουσιαστικά αποκομμένη από τη θάλασσα ηπειρωτική χώρα (με μόνη διέξοδο στη Μαύρη Θάλασσα), το ενδεχόμενο ενός πολέμου είναι πράγματι ορατό. Το ίδιο βεβαίως και αν μονομερώς η τουρκική ηγεσία επιχειρήσει να επιλύσει μια και καλή τα χρονίζοντα ζητήματα στις διμερείς σχέσεις με την ισχύ των όπλων, κάτι που πάντως για μια σειρά από λόγους είναι εξαιρετικά απίθανο να προκύψει ως «κεραυνός εν αιθρία».
tips για να προστατεύσουμε την ειρήνη
Η απουσία του πολέμου σε πολλές χώρες της Ευρώπης και ευρύτερα από τις περιοχές που ονομάσαμε Πρώτο Κόσμο από το 1945 και μετά, μετέτρεψε την ανάγκη προάσπισης της ειρήνης σε κάτι περιττό, αφού οι πολεμικές συγκρούσεις όλα αυτά τα χρόνια μαίνονταν «μακριά μας».
Σήμερα, με βίαιο τρόπο καλούμαστε να συνειδητοποιήσουμε ξανά ότι η ειρήνη δεν είναι δεδομένη: Μια ανάφλεξη, ένα θερμό επεισόδιο, μπορεί υπό τις σημερινές συνθήκες του πλανητικού ανταγωνισμού να οδηγήσει σε έναν μακρόσυρτο πόλεμο χωρίς νικητή και ηττημένο. Ανακαλύπτοντας ξανά τον επώδυνο δρόμο προάσπισης της ειρήνης – επώδυνο γιατί προϋποθέτει ρήξεις με μια σειρά από παραδοχές που θεωρού(σα)με αυτονόητες – ίσως βοηθά να έχουμε στο μυαλό μας κάποια tips που ίσως διασφαλίζουν ότι όντως διεκδικούμε την ειρήνη και όχι τον εξοβελισμό του πολέμου «κάπου αλλού».

Tip #1: Να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν υπάρχουν ανεκπλήρωτα «εθνικά δίκαια», ούτε οποιαδήποτε ανάγκη οποιουδήποτε είδους επέκτασης της χώρας μας (αυτό περιλαμβάνει και τις θαλάσσιες ζώνες), όπως και οποιασδήποτε άλλης χώρας.
Tip #2: Nα πάρουμε στα σοβαρά και να ακούσουμε τι λέει η (εκάστοτε) απέναντι πλευρά, μακριά από τις απλουστεύσεις και τις ειρωνείες περί «Σουλτάνου» (στην περίπτωση των ελληνοτουρκικών) που υποβιβάζουν τη γεωπολιτική αντιπαράθεση σε εύπεπτη καρικατούρα. Είναι ειρωνικό τα δελτία ειδήσεων από τη μία να καλύπτουν λεπτομερώς τη φρίκη του πολέμου και της προσφυγιάς, και από την άλλη να χρησιμοποιούν την ίδια ρητορική που χρησιμοποιούσε το ουκρανικό καθεστώς όταν έσερνε την χώρα προς την καταστροφή.
Tip #3: Να πάρουμε απόφαση ότι ο Πρώτος Κόσμος, όπως τον γνωρίζαμε, αποτελεί παρελθόν. Δεν είμαστε πια σε έναν περιφραγμένο, καλλωπισμένο – αν και με τα προβλήματά του – κήπο, έξω από τον μαντρότοιχο του οποίου μπορούμε να πετάμε τα απορρίμματά μας και πίσω του να αποκλείουμε τους ανεπιθύμητους. Από αυτή την άποψη, η ανάληψη σοβαρής δράσης για τη διάσωση του πλανήτη από την κλιματική καταστροφή και η έμπρακτη αλληλεγγύη σε πρόσφυγες και μετανάστες πάνε χέρι-χέρι.
Υπάρχουν ελπίδες η μεγάλη αναταραχή που έχει ξεσπάσει να οδηγήσει σε μια «όμορφη κατάσταση», όπως λέει το ρητό, και όχι σε μια παγκόσμια καταστροφή ιστορικών διαστάσεων. Το μόνο που χρειάζεται είναι να βλέπουμε χωρίς παρωπίδες τη μεγάλη εικόνα, προσπαθώντας ταυτόχρονα να διατηρούμε στο επίκεντρο της προσοχής μας τον άνθρωπο – και κυρίως των φτωχό, τον αδικημένο, τον φυγά, τον κατατρεγμένο. Στον κόσμο αυτό που καταρρέει με πάταγο, ας δούμε τι κόσμο θα αντιπαρατάξουμε.
Γιώργος Μουρμούρης
giorgismour@yahoo.gr
Twitter: GeorgeMourmour2
Πηγή κεντρικής φωτογραφίας: Vladimir Malyavko on Unsplash