Στην επέτειο των 60 χρόνων για το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, τρεις δημιουργοί, η Γεωργία Ζάχαρη, ο Γιώργος Γούσης και ο Παναγιώτης Πανταζής σχεδίασαν και έγραψαν ένα κόμικ, μια ερωτική ιστορία στην πόλη της Θεσσαλονίκης.
Μέσα από την ιδιαίτερη φόρμα του κόμικ, το σημαντικότερο κινηματογραφικό γεγονός στην Ελλάδα μεταφέρεται από την μεγάλη οθόνη στο χαρτί. Η πλοκή έχει ως εξής: οι δύο ήρωες, ο Σωτήρης και η Ντάρια, μπλέκονται με την ιστορία του Φεστιβάλ. Τη σχέση τους κατευθύνουν και σχολιάζουν, άχρονα, άνθρωποι που μέσα στις δεκαετίες του Φεστιβάλ έχουν δουλέψει γι’ αυτό ή του έχουν προσφέρει τις ταινίες και τα κείμενά τους. Από τον Νάνι Μορέτι στον Θόδωρο Αγγελόπουλο, αγαπημένοι κινηματογραφιστές και ηθοποιοί κάνουν την εμφάνισή τους (μέσα από τα καρέ του κόμικ) στον αστικό ιστό της Θεσσαλονίκης, αλλά και στους χώρους του Φεστιβάλ. Ο Γιώργος Γούσης, ο Παναγιώτης Πανταζής (Pan Pan) και η Γεωργία Ζάχαρη (έχουμε κάνει κ παλαιότερη συνέντευξη με το τσοντοκόμικ) συζήτησαν διαδικτυακά για το Φεστιβάλ, τα κόμικ και την τέχνη μετά την πανδημία.
Τι σημαίνει για σένα το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης; Το παρακολουθείς ή παρακολουθούσες μέσα στα χρόνια;
Γ.Γ.: Το ΦΘ ήταν πάντα στο μυαλό μου ως η μεγαλύτερη γιορτή για το σινεμά στην Ελλάδα και επίσης είναι και η ίδια η πόλη της Θεσσαλονίκης μεγάλος πρωταγωνιστής στις αναμνήσεις μου. Έχω υπάρξει αρκετές φορές επισκέπτης και θεατής του στο παρελθον, πρόπερσι όμως με το κομικ ήταν μια πιο ξεχωριστή επίσκεψη, γιατι ήμασταν κι εμείς μέρος του και κομμάτι της εορταστικής του διάθεσης για τα 60α του γενέθλια, οπότε το χαρήκαμε ακόμα παραπάνω. Φέτος είναι η πρώτη φορα που θα συμμετέχω στο φεστιβαλ και με μια ταινία, οπότε είμαι χαρούμενος και ανυπόμονος να το ζήσω και από αυτή την θέση και χαίρομαι που ακόμα που προσφέρει νέες εμπειρίες.
Π.Π.: Για εμένα το Φεστιβάλ είναι μια συνολική αίσθηση: Είναι το ανέβασμα στην Θεσσαλονίκη, είναι οι φίλοι που θα δω, τα μέρη που θα πάω για φαϊ ή χορό. Οι βόλτες σε αυτή την πόλη, η χαλάρωση που έρχεται με αυτή την επίσκεψη. Μέσα σε όλα αυτά, θα δούμε και ταινίες. Είναι μια αφορμή το Φεστιβάλ.
Γ.Ζ.: Το ΦΘ όπως και γενικά τα φεστιβάλ τα αγαπώ πολύ γιατί είναι ανοιχτά από το πρωί και μπορείς ως τις 3 το μεσημέρι να έχεις δει δυο ταινίες. Όταν ήμουν μικρή είχα διαβάσει ένα βιβλίο σε μια σκηνή του οποίου τα πιτσιρίκια που πρωταγωνιστούν κάνουν κοπάνα και πάνε σινεμά το πρωί και για κάποιο λόγο αυτό μου έχει μείνει σαν πολύ ειδυλλιακή κατάσταση. Πέρα από το σινεμά όμως, έχω συνδυάσει στο μυαλό μου το φεστιβάλ και τη Θεσσαλονίκη με λίγο θυελλώδεις καταστάσεις, πάρτυ, κλάματα στη μέση του δρόμου, περίεργη ψυχική ανάταση, που κάπως βρήκαν όλα την έκφρασή τους στο κόμικ. Όποτε την έχω επισκεφτεί μετά το κόμικ είναι όλα πιο ήρεμα πάντως, οπότε μάλλον ήταν κάποιου είδους ξόρκι αυτό.
Ποια πιστεύεις η σχέση του κόμικ με το σινεμά; Εσένα πως σε έχει επηρεάσει το σινεμά στο να φτιάχνεις κόμικ;
Γ.Γ.: Η μοναδική σχέση που έχουν τα κόμικ και το σινεμά είναι ότι και οι δυο είναι αφηγηματικές τέχνες, έχουν απώτερο σκοπό να αφηγηθούν μια ιστορία στον αναγνώστη/θεατή. Έχοντας πλέον ασχοληθεί και με τις δύο αυτές μορφές αφήγησης, μπορώ να σου πω με σιγουριά πως τα εργαλεία που έχεις στην διάθεση σου και η προσέγγιση στην κάθε τέχνη είναι εντελώς διαφορετικά και πρέπει να είναι. Το καλό σινεμά με έχει επηρεάσει όσο με έχει επηρεάσει και ένα καλό βιβλίο, ένα καλό ποίημα, ένα καλό τραγούδι, ένα καλό κόμικ, ένας καλός πίνακας, ένα καλό stand up, ένα οποιοδήποτε καλό αφηγηματικό έργο τέχνης. Επηρεάζουν την αισθητική μου, τον ρυθμό μου, την φαντασία μου, τις ιδέες μου, την στάση ζωής μου και το θάρρος μου, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα χρησιμοποιήσω τα εργαλεία της μιας τέχνης, για να κάνω την άλλη.
Π.Π.: Κόμικς και σινεμά είναι μέρος του φάσματος των αφηγηματικών τεχνών. Επικοινωνούν με τον τρόπο που επικοινωνούν όλες οι μορφές τεχνών: δείχνουν το δρόμο η μία προς την άλλη για νέους τρόπους να πεις μια ιστορία. Εγώ από την πλευρά μου, ως δέκτης, καταρχάς επιζητώ την ψυχαγωγία. Το πώς θα μεταβολίσω αυτό που παίρνω στη συνέχεια ως δημιουργός, δεν πρόκειται για αποτέλεσμα που μπορώ να γνωρίζω εκ των προτέρων. Μπορεί στα κόμικς μου ή την μουσική που φτιάχνω να με επηρρεάσει ένα κόμικ ή μια μουσική, μπορεί όμως να είναι και κάτι τελείως έξω από όλα αυτά πχ η αφοσίωση και το πάθος για μια καλύτερη εκδοχή του εαυτού του όπως την βλέπω στο παιχνίδι του Αντετοκούνμπο.
Γ.Ζ.: Το κόμικ και το σινεμά εμφανίστηκαν πολύ κοντά χρονικά και η διάδοσή τους συνδέεται με την τεχνολογική εξέλιξη και τη συγκέντρωση του πληθυσμού στις πόλεις, οπότε μου αρέσει να τα βλέπω σαν κοινωνικά και ιστορικά ξαδερφάκια. Αφηγηματικά και τεχνικά όμως πρόκειται για δύο πολύ διαφορετικά μέσα, ενώ σαφώς υπάρχει και η μεγάλη διαφορά ότι το ένα μπορεί να φανεί “φυσικό”, ενώ στο άλλο είναι αναγκαστικά προφανές το χέρι του σχεδιαστή. Θα ήθελα πολύ να μπορούσα να δημιουργήσω σε κόμικς την αίσθηση που σου δημιουργούν ταινίες όπου μπερδεύεσαι με το τι είναι φτιαχτό και τι “αληθινό”, αλλά περισσότερο με συγχύζει σαν δημιουργό το να προσπαθήσω να αντιγράψω αυτά που απολαμβάνω στην οθόνη παρά με βοηθά. Το σινεμά με έχει επηρεάσει ή μπορεί να με επηρεάσει όπως και ένα οποιοδήποτε μέσο, η λογοτεχνία, το θέατρο, οι εικαστικές τέχνες, η μουσική. Η τελική αίσθηση με την οποία σε αφήνει οποιαδήποτε τέχνη μπορεί να είναι διαφορετική αλλά το συναίσθημα ή ο θαυμασμός δεν ιεραρχείται. Απλώς σε ένα μωσαϊκό επιρροών ίσως τα κόμικς και το σινεμά να είναι πιο κοντινές ψηφίδες.
Πόσο εύκολο ή δύσκολο ήταν να προσαρμοστεί μια ιστορία στα πλαίσια ενός φεστιβάλ που έχει τόσο μακρά ιστορία στον χώρο; Για εσένα ποια ήταν η αγαπημένη σου στιγμή ή αγαπημένος καλεσμένος μέσα σ’ αυτά τα 60 χρόνια;
Γ.Γ.: Η προσαρμογή δεν είχε καμία απολύτως δυσκολία, ακριβώς γιατί τα 60 χρόνια του φεστιβάλ, αποτελούν από μόνα τους ένα τεράστιο βαρέλι εμπειριών, καταστάσεων και γεγονότων από το οποίο μπορείς να αντλήσεις ό,τι θες. Για την ακρίβεια, πιο μεγάλο πρόβλημα ήταν στο πως θα χωρέσουμε όσα περισσότερα μπορούμε μέσα στην ιστορία. Όμως, το πιο δύσκολο κομμάτι ήταν να βρούμε τον πυρήνα της ιστορίας και τους πρωταγωνιστές της, που θα αποτελούσαν το όχημα για να ειπωθούν όλα αυτά. Με κάποιο μαγικό τρόπο, που ανεξήγητα καμιά φορά απλώς συμβαίνει, η αίσθηση των δυο χαρακτήρων και της ερωτικής τους ιστορίας ήρθαν στο μυαλό μου αμέσως μόλις κλείσαμε το τηλέφωνο με τον Ορέστη Ανδρεαδάκη, που μου έκανε την πρόταση συνεργασίας για ένα κόμικ που θα παρουσιάζει και θα γιορτάζει τα 60 χρόνια του φεστιβάλ. Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν «60 χρόνια είναι πολλά, ακούγεται σαν σχέση ζωής, σαν μια σχέση δίχως τέλος» και τελικά αυτό το κομικ κάναμε. Αγαπημένους μου καλεσμένος του Φεστιβάλ και easter egg cameo του κόμικ είναι ο Άκι Καουρισμάκι, για όλα όσα πρεσβεύει η ύπαρξη του.
Π.Π.: Κάποια άλλη στιγμή ίσως να ήταν δύσκολο. Όλο αυτό μας πέτυχε σε μια πολύ παραγωγική περίοδο. Όταν τελειώσαμε το κόμικ, συνειδητοποιήσαμε πως είχαμε γράψει και σχεδιάσει από το μηδέν 180 σελίδες σε 3-4 μήνες. Δυο χρόνια μετά μου φαίνεται πολύ, τότε είχαμε μπει σε μια κατάσταση που δεν καταλαβαίναμε τίποτα, απλώς φτιάχναμε. Δεν ξέρω αν έχει προσκληθεί ποτέ στο Φεστιβάλ, αλλά μου άρεσε που βάλαμε τον Στάθη Ψάλτη να περνάει για ένα καρέ, ως βοηθός προβολατζή.
Γ.Ζ.: Στην πραγματικότητα, καθόλου. Η ουσία της ιστορίας μας, η σχέση των δύο ηρώων, ήταν τόσο καθαρή για μας που όλη η ιστορία και οι γκεστς του φεστιβάλ ήρθαν να τυλιχτούν και να προσαρμοστούν γλυκά και εύκολα γύρω της. Λίγο στερεοτυπικά – φεμινιστικά, αγαπημένη μου καλεσμένη ήταν η Ανιές Βαρντά και γι’ αυτό και ζήτησα να σχεδιάσω τη σκηνή στην οποία εμφανίζεται.
Φέτος το Φεστιβάλ επιστρέφει στον φυσικό του χώρο, αυτό της μεγάλης οθόνης όπως αντίστοιχα διοργανώθηκαν και τα πρώτα Comic Cons. Τι έχει αλλάξει στο ενδιάμεσο για κοινό και καλλιτέχνες εξαιτίας της πανδημίας;
Γ.Γ.: Αντίρροπες δυνάμεις. Η συσσώρευση φόβου και προσοχής, συν την αποξένωση που έφερε η πανδημία, δημιούργησαν ταυτόχρονα και τρομερή ανάγκη για επικοινωνία, συντροφιά και άγγιγμα. Όταν κάτι σε κρατάει πίσω, αυτό σημαίνει ότι η ανάγκη σου για να πας μπροστά μεγαλώνει. Σαν σφεντόνα, όσο πιο πίσω τραβήξεις το λάστιχο, τόσο μεγαλύτερη η ορμή της πέτρας. Μετά μένουν δύο πράγματα. Το πρώτο είναι να στρίψουμε την σφεντόνα στον σωστό στόχο και το δεύτερο, να τον πετύχουμε. Σε κάθε τέτοια περίπτωση, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να σπάσεις το τζάμι του γείτονα, οπότε νιώθω ότι η κατάσταση μας, απαιτεί και λίγη συγκέντρωση πριν την βολή.
Π.Π.: Πέρα από την αποξένωση και την έλλειψη επικοινωνίας, υπήρξε μεγάλο πλήγμα και στην αγορά. Για πολύ καιρό τα πάντα μπήκαν σε παύση. Αυτό σε κάποιους στοίχησε εκτός από οικονομικά και ψυχολογικά, όλο αυτό είχε επιπτώσεις και στην δημιουργικότητα. Ανήκω στην τυχερή μειοψηφία που, στην ανεργία που έφερε προσωρινά η πανδημία, βρήκα τον χρόνο χωρίς να χάσω τη διάθεσή μου να ασχοληθώ με πιο προσωπικά projects. Στο κοινό είχαν λείψει τα φεστιβάλ, τα cons, τα live. Τώρα που σιγά-σιγά ξανανοίγουν όλα, υπάρχει δίψα να ξαναπεράσουμε καλά με άλλους ανθρώπους, κάνοντας τα πράγματα που αγαπάμε.
Γ.Ζ.: Έχει μεγαλώσει η επιθυμία για την επαφή με τους άλλους ανθρώπους, για καινούρια τέχνη, νέα πράγματα να δεις και να διαβάσεις, νέα πράγματα (ή τελείως νοσταλγικά) να ζήσεις. Φυσικά έχει μεγαλώσει και ο φόβος, η ανάγκη και η συνήθεια να είμαστε προσεκτικοί, οι δεύτερες σκέψεις. Κανόνισα να πάω στο φεστιβάλ μέσα σε πέντε λεπτά αλλά από τότε έχω περάσει ένα μήνα που σκέφτομαι το ταξίδι και τις κλειστές, γεμάτες αίθουσες και αν θα πρέπει να κάνω έξτρα τεστ και ποια είναι η καλύτερη μάσκα. Είναι καταστάσεις που βρίσκονται σε ένταση μεταξύ τους, όπως ήταν η ανάγκη μετά την εκτεταμένη καραντίνα να δεις ανθρώπους με την αίσθηση ότι έχεις ξεχάσει να επικοινωνείς μαζί τους, κάτι που καταλήγει στο να φωνάζεις στον άλλον την ουδέτερη κατά τα άλλα άποψή σου για, π.χ τη μελιτζανοσαλάτα. Έχουμε περάσει πολύ χρόνο με τα ίδια άτομα, τον ίδιο υπολογιστή, την ίδια πόλη, και το κάλεσμα του ταξιδιού και της κοινωνικοποίησης είναι πολύ γοητευτικό.
Ποια είναι τα πλάνα για το άμεσο μέλλον;
Γ.Γ.: Η πρώτη μου μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας, με τίτλο ΜΑΓΝΗΤΙΚΑ ΠΕΔΙΑ (είναι μέσα στις προτάσεις μας για το φετινό φεστιβάλ), θα κάνει πρεμιέρα σε λίγες μέρες στο 62ο ΦΘ, ενώ παράλληλα ξεκινάω το post production σε ένα μεγάλου μήκους ντοκιμαντερ που σκηνοθετησα, με τίτλο ΧΕΙΡΟΠΑΛΑΙΣΤΗΣ. Τέλος, σύντομα θα ξεκινήσω την δημιουργία του δεύτερου τόμου του κομικ μου ΛΗΣΤΕΣ, μια ιστορία εμπνευσμένη από τη ζωή δυο ληστών της Ηπείρου, που έδρασαν στην ευρύτερη περιοχή από το 1909 έως το 1930. Ο πρώτος τόμος κυκλοφόρησε πέρσι και βρίσκεται στα βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις POLARIS.
Π.Π.: Κι άλλα κόμικς, κι άλλη μουσική. Ξεκινάω να δουλεύω στο νεό μου κόμικ· είναι πολύ νωρίς για να πω περί τίνος πρόκειται. Τελειωνω το δευτερο μερος της σειράς μου IN MY ROOM που ανεβαζω στο instagram. Γράφω μουσική για τον ΧΕΙΡΟΠΑΛΑΙΣΤΗ, ετοιμάζω την ΦΑΝΤΑΣΜΑΓΟΡΙΑ ΤΡΙΑ και τελειώνω τις ηχογραφήσεις του τρίτου album της μπάντας που έχω που έχω με τους φίλους μου, τα Echo Tides.
Γ.Ζ.: Είναι παράξενο γιατί αυτό το Φεστιβάλ με πετυχαίνει στην ίδια ακριβώς φάση με αυτή στην οποία με έβρισκε το 60ό. Τότε είχαμε μόλις τελειώσει το κόμικ του φεστιβάλ και κάπως κάτι ανοιγόταν μπροστά μου που δεν ήξερα ακόμα. Τώρα έχω μόλις ολοκληρώσει ένα μεγάλο κόμικ, διασκευή αυτή τη φορά, το οποίο δουλεύτηκε επίσης ομαδικά, με τη φίλη Στέλλα Στεργίου. Η δουλειά ήταν τόσο εξαντλητική τον τελευταίο καιρό όσο και ικανοποιητική, οπότε το ΦΘ φέτος όπως και πρόπερσι είναι οι διακοπές μου. Μετά από αυτό, σχεδιάζω κι άλλα κόμικ, όχι όμως με φόντο τη Θεσσαλονίκη αλλά την Αθήνα και ελπίζω αυτό που ανοίγεται μπροστά μου αυτή τη φορά να μην είναι άλλη μια πανδημία.
Περισσότερα:
Παναγιώτης Πανταζής: https://www.facebook.com/panpanathens
https://www.instagram.com/postnoise/
Γιώργος Γούσης: https://www.facebook.com/GGoussis
Γεωργία Ζάχαρη: https://www.instagram.com/tiganopsomo/